Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2009

Σκηνή 7η: Η διαγωγή των ανθρώπων

[ ... συνέχεια από την προηγούμενη ανάρτηση. ]



ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Αν επιθυμούσατε να συνεχίσουμε την προηγούμενή μας συζήτηση… Σκεφτόμουν και ‘γω για τη συμφόρηση των επικλίσεων. Μήπως θα ήταν σκόπιμο να δώσουμε οδηγίες στους ιερείς μας, να δίνουν κάποια σειρά προτεραιότητας σε αυτούς που θέλουν να προσευχηθούν;
ΑΡΤΕΜΗ: Αυτό ήδη γίνεται στους ναούς.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Πώς όμως να το οργανώσεις και στους απλούς ανθρώπους, που κάνουν μία μικρή σπονδή ή θυσία;
ΑΘΗΝΑ: Γι αυτό έχουμε συμβουλεύσει όλες οι θυσίες να γίνονται μέσω ναών ή ιερέων τουλάχιστον.
ΕΡΜΗΣ: (Σιγά) μπα!; Εγώ νόμιζα ότι το είχαμε κάνει για να χορταίνουν οι ιερείς μας…
ΑΡΗΣ: Έτσι κι αλλιώς, οι άνθρωποι είναι πια τόσοι πολλοί που και οι επικλίσεις μέσω των ναών πέφτουν η μία πάνω στην άλλη.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Εγώ έχω τρεις ωτακουστές για να μου κρατάνε τις επικλίσεις.
ΗΡΑ: Δεν είναι το ίδιο, Απόλλωνα, αποθηκευμένες επικλίσεις… Την προσευχή πρέπει να την ακούς την ίδια ώρα από τον πιστό.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Ε, βέβαια, να βλέπεις την έκφραση στο πρόσωπο τού ωτακουστή, να νιώθεις το τρέμουλο στα λόγια του…
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Να βλέπεις αν πιάνουν τα χέρια του…
ΗΡΑ: … να διαβάζεις άμεσα την ψυχή του.
ΕΣΤΙΑ: Και ακόμα καλύτερα να ακούει ο ίδιος ο θεός τον πιστό.
ΔΙΑΣ: Όταν γίνεται…
ΑΡΗΣ: Και έπειτα οι ωτακουστές και οι ιερείς μπορούν να καταγράψουν τις παρακλήσεις, να φυλάξουν τα αναθεματικά – άντε και τα σφάγια για μία μέρα – αλλά την τσίκνα; Η τσίκνα φεύγει και χάνεται…
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Αλήθεια, Ήφαιστε. Μήπως, θα μπορούσες να επινοήσεις και μία συσκευή που να παγιδεύει την τσίκνα; - φρέσκια όμως και ζεστή!

Ο Δίας κουνάει το κεφάλι.

ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Είχα κάνει κάποια πειράματα παλιά, με ένα σύστημα από μεγάλες βεντάλιες και γυάλινους αμφορείς, αλλά υπήρχαν μεγάλες απώλειες και δεν μπορώ να εγγυηθώ για τη φρεσκάδα.
ΗΡΑ: Αν πάγωνες αμέσως τον αχνό;
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Α, βέβαια τον παγώνω. Αλλά μετά όταν τον θερμάνεις για χρήση, δεν ατμοποιούνται όλες οι ουσίες ταυτόχρονα και μυρίζει περίεργα.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Μπλιαχ! Ξαναζεσταμένη τσίκνα.
ΕΡΜΗΣ: Εγώ έχω την εξής ιδέα: όταν κάποιος άνθρωπος θέλει να κάνει μία θυσία και εμείς λείπουμε, οι ωτακουστές μας αντί να καταγράφουν την επίκλιση, να τον σταματάνε και να τού λένε να προσπαθήσει πάλι αργότερα ή να αφήνει το όνομά του, για να τον καλούμε αργότερα εμείς, όταν θα έχουμε χρόνο να μας προσφέρει τη θυσία.
ΑΘΗΝΑ: Το ‘χεις δοκιμάσει;
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Πρακτικό ακούγεται.
ΔΙΑΣ: Α, πα, πα! Πρώτον προϋποθέτει ότι στους πιστούς θα παρουσιάζονται οι ωτακουστές μας, γεγονός που εμπίπτει στην κατηγορία των απαγορευμένων θαυμάτων. Δεύτερον θα αποδυναμώσει την πίστη των ανθρώπων που θεωρούν ότι συνέχεια παρακολουθούμε τα δρώμενα.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Δίκιο έχει ο Δίας. Θα νομίσουν ότι δεν είμαστε παντοδύναμοι. Θα αποχαλινωθούν.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Άσε που είναι τόσο ελαφρόμυαλοι, που όταν δεν βρίσκουν ένα θεό, αντί να τον περιμένουν, θα στρέφονται αμέσως προς άλλον – είδαμε πριν…
ΑΘΗΝΑ: Θα γίνουμε κουλουβάχατα μεταξύ μας…
ΕΣΤΙΑ: Χάνουμε τη θεϊκότητά μας από κάτι τέτοια.
ΔΙΑΣ: Ερμή, μην το εφαρμόσεις!
ΕΡΜΗΣ: Συγνώμη!
ΗΡΑ: Τελικά καταλήγουμε πάντα στο πρόβλημα, ότι οι θνητοί έχουν γίνει πάρα πολλοί.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Ε, ας είμαστε και λίγο ακριβοθώρητοι, Φούλα. Δεν βλάπτει.
ΑΡΤΕΜΗ: Εγώ είχα προτείνει και σας προτείνω πάλι, να δώσουμε κάποιες αρμοδιότητες για θέματα χαμηλότερης σημασίας στους υφισταμένους μας.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Είναι μία ιδέα και αυτό, Δία. Οι πιστοί μας μπορούν να απευθύνονται στους κατώτερους θεούς για τα καθημερινά θέματα.
ΑΡΤΕΜΗ: Να χαρούν και αυτοί λίγη τσίκνα. Οι Νύμφες μου έχουν φτάσει σε τέτοια στέρηση, που μαζεύονται γύρω απ’ τις γιορτές των θνητών, για να ανασάνουν λίγο ψητό.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Μα δεν θα κερδίσουν τίποτα από μια τέτοια δουλειά. Οι θνητοί δεν κάνουν θυσίες για τα απλά καθημερινά πράγματα.
ΑΘΗΝΑ: Όπως και να ‘ναι, όλο και κάποιο δώρο αφήνει ο ικανοποιημένος πιστός.
ΔΙΑΣ: Με όλο το σεβασμό, Άρτεμη αλλά πιστεύεις ότι οι Νύμφες σου θα μπορούσαν να αναλάβουν υπεύθυνα να παίρνουν σωστές και δίκαιες αποφάσεις και να το τηρούν αυτό σε μια μόνιμη απασχόληση;
ΑΡΤΕΜΗ: Εντάξει, ίσως δυσκολευτούν στην αρχή. Θα τις εκπαιδεύσω εγώ.
ΔΙΑΣ: (Στην Ήρα) εσύ, τι γνώμη έχεις Ήρα;
ΗΡΑ: (Κοιτάει αυστηρά το Δία.)
ΔΙΑΣ: Ε, τι;
ΗΡΑ: Τι τη θες τη γνώμη μου; Πριν που με ταπείνωνες με την οδαλίσκη σου, δεν ήθελες.
ΔΙΑΣ: Ποιαν οδαλίσκη μου;
ΗΡΑ: Εκείνη που δεν άντεχε άλλο χωρίς εσένα. Και μετά χωρίς τον Απόλλωνα και μετά δεν ξέρω χωρίς ποιον άλλον…
ΔΙΑΣ: …
ΗΡΑ: Όλες μάς ταπεινώνετε… Εγώ σού τό ‘πα. Δεν θα σού ξαναμιλήσω για ένα τέταρτο τού φεγγαριού.
ΔΙΑΣ: (Μουρμουρίζει μόνος του) για μισό τού φεγγαριού είχες πει. (Στην Ήρα) προχτές όμως που με κουβάλησες στην Τηθύ για επίσκεψη, απαιτούσες από εμένα να μιλάω και να κάνω χαρούλες…
ΗΡΑ: Τι έχεις εναντίον τής θείας;
ΔΙΑΣ: Εναντίον τής θείας, τίποτα. Απλώς βαριέμαι.
ΗΡΑ: Εκείνη με ανέθρεψε με χίλιους κινδύνους όταν ήμουν μωρό και τώρα εσύ αντί να την ευγνωμονείς… (Βουρκώνει.)
ΔΙΑΣ: Ναι, αγάπη μου, την ευγνωμονώ. Αλλά δεν μπορώ να ακούω για χιλιοστή φορά πώς κεντάει την Γιγαντομαχία σε τραπεζομαντιλάκια…
ΗΡΑ: Πάλι με πληγώνεις.
ΔΙΑΣ: Άκου, ας το δούμε επαγγελματικά. Τώρα συζητάμε για το αν θα δώσουμε εξουσία στους μικρούς θεούς. Δεν μπορεί να μην μιλήσει η βασίλισσα των θεών.

Μικρή παύση. Όλοι περιμένουν την Ήρα. Η Αφροδίτη τής προσφέρει ένα μαντιλάκι. Η Ήρα ρουφάει τη μύτη της και συγυρίζεται.

ΗΡΑ: Μπορούμε πρώτα να μιλήσουμε στις ανώτερες Νύμφες: τη Μήτιδα, την Κλυμένη, τη Θέτιδα… Αν εκείνες πουν ότι θα αναλάβουν κάτι, είμαι σίγουρη ότι θα το φέρουν εις πέρας. Και ακόμα και οι μικρές Νύμφες, που φοβάσαι Δία, ότι δεν θα μαζεύουν το μυαλό τους για να ασκούν το καθήκον τους – είδαμε πώς το μαζεύετε εσείς οι μεγάλοι θεοί! - είναι τόσες πολλές… Από ένα βοϊδόσκοινο βάρδια αν κάνει κάθε μία, την ημέρα, ο χρόνος θα υπερκαλύπτεται. Και ένα βοϊδόσκοινο δεν είναι πολύ, να πεις ότι θα βαρεθούν. Εγώ είμαι υπέρ τής πρότασης.
ΕΡΜΗΣ: Εδώ, αν μου επιτρέπετε μία παρέμβαση…
ΔΙΑΣ: Μίλα Ερμή.
ΕΡΜΗΣ: Δεν έχω αντίρρηση για την παραχώρηση αρμοδιοτήτων στους υφισταμένους μας, αλλά αν το πρόβλημα είναι η αναλογία μεταξύ των θεών και των ανθρώπων, τότε δεν μπορεί να λυθεί έτσι, μακροπρόθεσμα. Δεν έχω την πλήρη στατιστική ανάλυση αλλά με μία πρόχειρη ματιά στα δεδομένα, βλέπω ότι οι άνθρωποι αυξάνονται με γεωμετρικό ρυθμό ενώ οι θεοί μόνο με αριθμητικό…
ΗΡΑ: Τι είναι αυτά τα κορακίστικα;
ΕΡΜΗΣ: Με συγχωρείτε! Είναι η γλώσσα που προσπαθεί να εισάγει κάποιος μάντης μαθηματικός… Με απλά λόγια: οι άνθρωποι πληθαίνουν σαν μυρμηγκιές ενώ οι θεοί δεν γεννάμε πια. Άρα στο μέλλον και πάλι δεν θα προλαβαίνουμε τις προσευχές τους.
ΑΡΗΣ: Άρα, να προκαλέσουμε πόλεμο στους ανθρώπους. Να λιγοστέψουν!
ΔΙΑΣ: Τελικά, φαίνεται μονόδρομος…
ΔΗΜΗΤΡΑ: Και ‘γω θέλω να κάνω μία παρέμβαση!
ΔΙΑΣ: Και βέβαια, Δήμητρα.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Μην κρυβόμαστε πίσω από τα δάκτυλά μας, θεοί. Είμαστε μόνο δώδεκα και όμως συνεχώς γκρινιάζουμε μεταξύ μας και διαμαρτυρόμαστε για επικαλύψεις αρμοδιοτήτων και για το ότι ο ένας μπαίνει στα χωράφια τού άλλου. Τι θα γίνει άμα αρχίσουν να ασχολούνται με τα ανθρώπινα, αρκετές δεκάδες κατώτεροι θεοί;
ΗΡΑ: Κυκεώνας.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Και μόνο οι προσευχές με αντίθετο περιεχόμενο που θα κάνουν οι διάφοροι άνθρωποι, σκεφτείτε πόσες συγκρούσεις θα επιφέρουν μεταξύ των μικρών θεών. Οι αντιδικίες που μαστίζουν τους βρoτούς θα μεταφερθούν σε εκείνους. Και ξέρουμε ότι το κατώτερο προσωπικό δεν έχει αυτογνωσία για τη θέση που τού ορίστηκε στην ιεραρχία τού κόσμου. Αντίθετα, συχνά παρουσιάζει άμετρη φιλοδοξία.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Θα γίνονται πόλεμοι των υφισταμένων μας για το αν θα βρέξει ή δεν θα βρέξει σε μία περιοχή…
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Και ‘μεις εδώ επάνω θα καταλήξουμε διαιτητές τους.
ΔΙΑΣ: Πολύ οξυδερκής η παρατήρησή σου, Δήμητρα. Την λαμβάνω σοβαρά υπ’ όψη. Θέλει άλλος κανείς να τοποθετηθεί;
ΕΣΤΙΑ: (Με σοβαρότητα) ναι, Δία. Θα ήθελα εγώ να μιλήσω.
ΔΙΑΣ: Σε ακούμε, Εστία!
ΕΣΤΙΑ: Εγώ θα ασχοληθώ με κάτι πιο γενικό, σύντροφοι και συνδαιτυμόνες μου, που φρονώ ότι παραβλέπουμε. Πέστε μου, ω θεοί, πόσο συχνά σάς επικαλούνται οι θνητοί; Εννοώ, πόσο συχνότερα από παλιά; (Οι θεοί μουρμουρίζουν καθώς ετοιμάζονται να απαντήσουν.) Όχι, δεν χρειάζεται να απαντήσετε. Το ξέρω μία χαρά! Σας επικαλούνται λιγότερο από τα πριν. Μπορεί να λέτε ότι χάνετε ικεσίες και ότι οι επικλίσεις πέφτουν βροχή τις ώρες αιχμής, αλλά η αλήθεια είναι ότι οι προσευχές, οι πραγματικές προσευχές, λιγοστεύουν. Και αν σκεφτούμε ότι τα πλήθη των ανθρώπων μεγαλώνουν, τότε τα πράγματα είναι αποκαρδιωτικά!

Μουρμούρες και δυσαρέσκεια.

ΗΡΑ: Εστία…
ΕΣΤΙΑ: Ελάτε θεοί, δεν χρειάζεται να κρυβόμαστε πίσω από τα δάκτυλά μας, όπως είπε και η Δήμητρα. Μεταξύ μας είμαστε τώρα.
Ξέρετε εγώ, πόσες ικεσίες δέχτηκα το προηγούμενο φεγγάρι; Λίγο περισσότερες από όσοι οι γάμοι που τελέστηκαν – αυτές ήταν ικεσίες για να στεριώσουν καλά τα νέα σπιτικά. Μόνο! Ποια; Εγώ, που παλιά ήμουν το μέλημα κάθε οικοδέσποινας – και των ευτυχισμένων δούλων ακόμα –, πρώτη να με αναφέρουν το πρωί και πρώτη να με τιμήσουν το βράδυ, πριν κόψει ο αφέντης το ζεστό ψωμί. Όχι, περιμένετε! Πήγα στον Απόλλωνα – δεν ντρέπομαι να το πω, για τις αξίες που προστατεύω, πρόκειται – και τον ρώτησα αν αυτή θα είναι στο εξής, η συμπεριφορά των ανθρώπων… Ο Απόλλωνας μού απάντησε, ότι σε δυο –τρεις αιώνες, μία καινούργια αυτοκρατορία θα ανατείλει, στην οποία πολύ θα με τιμούν οι άνθρωποι. Όταν όμως τόλμησα να τού ζητήσω και τη συνέχεια, δεν ήξερε να απαντήσει.
ΔΙΑΣ: Καινούργια αυτοκρατορία, Απόλλωνα;
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Στο Λάτιο, πατέρα. Έτσι δείχνουν τα σημάδια.
ΔΙΑΣ: Δεν εννοώ αυτό! Προβλέψεις και αποκαλύψεις για το απώτερο μέλλον είναι απαγορευμένες ακόμα και για τους θεούς.
ΕΣΤΙΑ: Έχεις δίκιο, ω Δία. Συγχώρεσέ με, παρασύρθηκα. Άλλωστε απάντηση δεν πήρα έτσι κι αλλιώς.
ΗΡΑ: Μια στιγμή! Απόλλωνα, τι θα πει «δεν ήξερες να απαντήσεις»; Εννοεί η Εστία ότι δεν ήθελες να απαντήσεις;!
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Όχι, θεϊκή Ήρα. Δεν ήξερα! Οι ενοράσεις μου θολώνουν, μερικούς αιώνες μπροστά. Μόνο αποσπασματικά βλέπω κάποια γεγονότα. Και όσο πάει χειροτερεύει. (Μουτρωμένα) ο μπαμπάς ασκεί λογοκρισία στις Μοίρες. Δεν μου λένε τίποτα. Όσο και να τις παρακαλάω.
ΔΙΑΣ: Και πολύ καλά κάνουν. Αυτός είναι ο Νόμος.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Εσύ όμως νεφεληγέρτη Δία, έχεις μάθει όλα τα μελλούμενα.
ΔΙΑΣ: Όχι, δεν τα έχω. Ούτε σε μένα επιτρέπεται αυτή η γνώση. Μάλιστα γνωρίζω πιο πολλά από όσα θα ήθελα. Βλέπετε, επιθυμώ και εγώ να ζω την αιωνιότητα. Και για να τη ζω, πρέπει να δημιουργώ. Και όταν δημιουργώ, δεν θέλω να ξέρω από τα πριν όλο το έργο μου και την τύχη του, αλλιώς καταντάει μία πολύ βαρετή διαδικασία.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: (Κτυπάει τα χέρια.) Ω, μίλησες σαν αληθινός τεχνίτης, Δία!
ΗΡΑ: Αχ, Ζήνο μου, πόσο βάρος σηκώνεις στους ώμους σου. (Τού αγγίζει τον ώμο. Εκείνος συγκρατημένα κορδώνεται.)
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: (Στο Δία) ναι, δεν λέω. Όμως αυτοί οι υψιτενείς συλλογισμοί αρμόζουν σ’ εσένα και μόνο εσύ έχεις το ανάστημα να τους αντιμετωπίσεις. Εμείς οι άλλοι θεοί που ασχολούμαστε με τα πρακτικά, χρειαζόμαστε περισσότερα εφόδια. Για να διαχειριστούμε την πίστη των ανθρώπων, για παράδειγμα. Στο μαντείο μου χρόνια τώρα, η μάντισσα λέει ότι τής κατέβει. Ξέρετε τι απάντησε σε έναν βασιλέα που ήρθε να μάθει με τι ασχολείται η γυναίκα του, τις ώρες που εκείνος κυβερνάει;
ΜΕΡΙΚΟΙ ΘΕΟΙ: Τι, τι;
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Η βασίλισσα μπορεί να κεντάει, μπορεί και να μην κεντάει!
ΘΕΟΙ: Αα! / Πολύ καλό! / Σκάλισε! / Αστέρι χρησμός! / Σκέτη ποίηση! / Σκέτο θέατρο! / Εμένα παράλογο μού φαίνεται. / Και τελικά τι έκανε; / Ποιος; / Η γυναίκα του.
ΕΡΜΗΣ: Εγώ αν έδινα τέτοιο χρησμό, μετά θα έκαναν ένα χρόνο να ραντίσουν το βωμό μου.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Ε λοιπόν, σας δηλώνω ότι αυτός ήταν από τους πιο ξεκάθαρους χρησμούς που έχει δώσει η Πυθία. Οι ιερείς μου ξοδεύουν το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων τού μαντείου για να κάνουν διαφήμιση για να καλύπτονται τέτοια σκάνδαλα. Αν μου αποκάλυπταν οι Μοίρες, λίγα συγκεκριμένα γεγονότα, θα εντυπωσιάζαμε τους θνητούς – δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο! Και αυτό δεν θα ήταν καλό μόνο για μένα, θα ήταν καλό για όλο το δωδεκάθεο.
ΗΡΑ: Μη γίνεσαι κυνικός, Απόλλωνα. Πες ότι αυτό θα ήταν καλό για την πίστη των ανθρώπων.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Αυτό εννοούσα…
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Θεός που δεν φαίνεται, γρήγορα λησμονιέται.

Ο Δίας κουνάει αρνητικά το κεφάλι.

ΕΣΤΙΑ: Επ’ αυτού θεοί είχα αρχίσει να σας μιλάω! Αφήστε με να συνεχίσω… (Οι θεοί γνέφουν καταφατικά.) Να λοιπόν, που και ο μεγάλος Απόλλωνας αρχίζει να ανησυχεί για τους πιστούς του.
Οι κατώτεροι θεοί, που σκέφτεστε να τους δώσετε εξουσία, τι θέση λέτε ότι κατέχουν στη σκέψη των ανθρώπων; Οι άνθρωποι διηγούνται τις ιστορίες τους σαν παραμύθια, τους προσθέτουν μάλιστα και καρυκεύματα – λες για να γίνουν θεϊκότερες – και γελάνε με αυτές. Τόσος σεβασμός!
Και από εμάς; Για πες μου εσύ Ερμή, πόσες δοξολογίες δέχτηκες τους τελευταίους χρόνους; Από εμπόρους και μη εμπόρους… Και εσύ Άρτεμη; Εκτός από τους κυνηγούς, πόσοι άλλοι γονυπετούν για ‘σένα; Όχι. Δεν χρειάζεται να μου πείτε. Ρητορικά ρωτάω!
Όσο για τον Ήφαιστο… Οι άνθρωποι θεωρούν πλέον τόσο δεδομένη τη φωτιά και οι τεχνίτες είναι τόσο περήφανοι για τα έργα τους που ούτε καν μνημονεύουν από ποιον θεό πηγάζουν αυτά τα θαύματα… Να λοιπόν, που και μέσα στο δωδεκάθεο, οι θεοί που λατρεύονταν λιγότερο, τώρα λατρεύονται ακόμα πιο λίγο.
ΕΡΜΗΣ: (Μουρμουρίζει στην Αθηνά) η αλήθεια είναι ότι από τότε που παράτησε ο Ήφαιστος τις οικοδομές, οι άνθρωποι κτίζουν όλο και τρανότερους ναούς. (Η Αθηνά χαμογελάει και τον σκουντάει για να σταματήσει.)
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Και μένα πια, μόνο τα κοριτσόπουλα με αναζητάνε. Οι μεγαλύτερες γυναίκες παρακαλούν την Ήρα να τους στείλει ομορφιά μαζί με την ικανότητα στον αργαλειό και στην κουζίνα.
ΗΡΑ: (Αγκαλιάζει την Αφροδίτη) ω, καλή μου, μακάρι να μπορούσα να τις συμβουλεύσω για την ομορφιά τόσο καλά, όσο εσύ.
ΑΡΗΣ: (Τραβάει την Αφροδίτη για να έρθει στη δική του αγκαλιά) έλα μωρό μου, εσύ είσαι η ομορφότερη όλων!
ΗΡΑ: Εστία, χρυσή μου, μού κάνει εντύπωση η σοβαρότητα των λόγων σου. Και ιδιαίτερα επειδή ξέρω ότι εσύ πιο πολύ, δεν θέλεις να λέμε δυσάρεστες κουβέντες γύρω από αυτό το τραπέζι.
ΕΣΤΙΑ: Έτσι είναι αδερφή μου. Όμως ήδη έχουν ειπωθεί πολλά – και όλοι ξέρουμε πόσο δύσκολο είναι να συγκληθεί ολομέλεια…
ΔΙΑΣ: Χμμμ…
ΕΣΤΙΑ: Άλλωστε, το φαγητό τελείωσε. Σφίγγω λοιπόν την καρδιά μου και σας κοινωνώ τώρα την αγωνία μου.
Αναρωτιόμουν λοιπόν, τι απέγιναν οι προσευχές που ξεκινούσαν για μένα. Μερικές χάθηκαν τελείως. Οι άνθρωποι φρονούν ότι δεν μάς έχουν πια ανάγκη. Οι υπόλοιπες πηγαίνουν τώρα στην Ήρα. Όσες γυναίκες παρακαλούσαν να τους κρατάω γερό το σπιτικό, τώρα παρακαλούν την Ήρα για αυτό, μαζί με τις άλλες ικεσίες που τής έκαναν και παλιότερα. Δεν το λέω Ήρα θυμωμένα ούτε διαμαρτύρομαι απέναντί σου!
Έχω και άλλα παραδείγματα. Όταν οι Έλληνες προσεύχονταν πριν τις μάχες εναντίον των Περσών και μετά όταν νικούσαν και έκαναν δοξαστικούς, πόσες φορές σε επικαλέστηκαν, ω Άρη; Λιγότερες από παλιά, νομίζω. Οι επικλίσεις πήγαιναν κατ’ ευθείαν στο Δία! Ακόμα και ‘σένα Αθηνά, μέσα στην Αθήνα που κανένας δεν σε αμφισβητεί ως πηγή σοφίας, δεν είναι αλήθεια ότι πολλές φορές αντί το δικό σου όνομα, προφέρουν τού πατέρα το όνομα;
ΑΘΗΝΑ: Δεν διαμαρτύρομαι για αυτό. Οι άνθρωποι αναγνωρίζουν τον πατέρα ως αρχή των πάντων.
ΔΙΑΣ: Νομίζω ότι κάτι σοβαρό προσπαθεί να μας πει η Εστία. Συνέχισε Εστία.
ΕΣΤΙΑ: Σε ευχαριστώ αδερφέ μου.
Θέλω να σας θυμίσω, ότι οι άνθρωποι πριν πολλούς αιώνες, όταν τριγύριζαν μισόγυμνοι στη γη και απροστάτευτοι, θεοποιούσαν κάθε ξεχωριστή πέτρα, κάθε μικρό ρυάκι και ένιωθαν την ανάγκη να το εξευμενίσουν. Αυτό το λέγαμε πανθεϊσμό και πολλοί από ‘μας είπαν τότε, ότι άξιζαν κάτι καλύτερο οι θνητοί. Τους δώσαμε λοιπόν τα δώρα μας, τη φωτιά, τη γραφή, την κατεργασία των υλικών, τις τέχνες και άλλα… - όχι πάντα με τη σύμφωνη γνώμη όλων μας – και οι θνητοί αναγνώρισαν την αλήθεια: ότι υπάρχουν λίγοι μόνο θεοί, ότι από αυτούς εκπορεύονται τα πάντα και ότι οι υπόλοιποι είναι μικρές θεότητες, πλήρως υποταγμένες στους μεγάλους. Έμαθαν έτσι να προσεύχονται σε κάθε έναν από εμάς χωριστά, ανάλογα με τις επιθυμίες του και το ποια τέχνη κυβερνάει.
Μα τώρα, να! Ξεχνάνε αυτό το χρέος οι βρoτοί. Προσεύχονται στο Δία και στην Ήρα για τα πάντα, λες για να ξεμπερδεύουν πιο εύκολα. Δεν το ομολογούν επίσημα, όμως έτσι κάνουν και όπως πάνε, ίσως και την θεϊκή Ήρα παραμερίσουν κάποτε και αρχίσουν να επικαλούνται το Δία μόνο του. Πώς θα το ονομάσουμε αυτό, σύντροφοί μου; Μονοθεϊσμό ίσως; Δεν ξέρω. Ας όψεται από εμάς και από τις καρδιές των ανθρώπων.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Δία! Σχεδιάζεις εσύ, τέτοια πράγματα κρυφά από ‘μας;
ΔΙΑΣ: Όχι βέβαια! Αλλά καταλαβαίνω τι θέλει να πει η Εστία. Οι βρoτοί δεν σκέφτονται πια ότι κάθε προσευχή πρέπει να είναι μία ξεχωριστή επικοινωνία με έναν προστάτη θεό…
ΑΘΗΝΑ: Μα, αν είναι έτσι, τότε ένας λόγος παραπάνω να ενθαρρύνουμε τους πιστούς να στραφούν και προς άλλους μικρότερους θεούς.
ΑΡΗΣ: Και πώς θα ξέρει τελικά ο πιστός, αν ήταν ο μικρός θεός που τού εκπλήρωσε την επιθυμία ή ένας μεγάλος…
ΕΡΜΗΣ: … ή ένας συνεταιρισμός μικρών θεών…
ΗΡΑ: Ερμή!
ΑΡΗΣ: … ή αν έγινε το καλό από τύχη;
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Θα επιτρέπεται ο θεός που κάνει το θαύμα, να αφήνει το επισκεπτήριό του;
ΔΙΑΣ: Όχι! Απαγορεύεται να αφήνουμε ενδεικτικά αντικείμενα θεϊκής προέλευσης.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Και ο γάιδαρος που θα δωρίσεις αύριο σε εκείνον τον ξυλοκόπο, τι είναι δηλαδή;
ΔΙΑΣ: Ο γάιδαρος είναι σκέτος γάιδαρος. Θα τον αφήσουμε απλά να βόσκει έξω από την καλύβα τού ανθρώπου χωρίς ταμπέλα να γράφει το όνομά μου.
ΑΘΗΝΑ: Μπορείς να τον ειδοποιήσεις τουλάχιστον για την προσφορά με ένα όνειρο. Στα όνειρα επιτρέπεται να παρουσιαζόμαστε…
ΔΙΑΣ: Σωστό!
ΑΡΗΣ: Μόνο να μην έχει φάει βαριά ο βρoτός, το προηγούμενο βράδυ, γιατί μετά βλέπει αλλ’ αντ’ άλλων…
ΗΡΑ: (Ενοχλημένη.) Πάντως αυτές οι απαγορεύσεις που μας έχουν βάλει οι Μοίρες…
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Εμένα μού κάνει εντύπωση, αν οι Μοίρες μάς έχουν περιορίσει τόσο την επικοινωνία με τους ανθρώπους, τότε είναι οι Μοίρες που σπρώχνουν το ανθρώπινο γένος σε αυτό που είπε η Εστία… το μονοθεϊσμό.
ΔΙΑΣ: Έτσι είναι το πεπρωμένο, Ποσειδώνα. Δεν είναι πάντα ευχάριστο.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Εκτός από αυτό το ολίσθημα των βρoτών, υπάρχει και το γενικότερο θέμα τού σεβασμού τους προς εμάς…
ΔΙΑΣ: Πράγματι. Ακόμα και οι προσευχές που έρχονται για μένα, συχνά είναι τυπικές και υπαγορευμένες.
ΕΡΜΗΣ: Εδώ, κάπου φταίνε και κάποιοι ιερείς μας, που τις έχουν κάνει αλυσίδα παραγωγής, τις ικεσίες.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Εντάξει - το ‘πιασα –, για τους δικούς μου πήγαινε και συμφωνώ εν μέρει. Αλλά συμφωνώ και με τους άλλους. Οι άνθρωποι έχουν γίνει τόσο αλαζόνες, που τις προσευχές τους, τις κάνουν περισσότερο για να επιδεικνύουν ότι τις κάνουν, ο ένας στον άλλον και όλοι μαζί στο ιερατείο.
ΑΡΗΣ: Να τους ρίξουμε μία φωτιά, να μάθουνε.
ΑΘΗΝΑ: Το χειρότερο είναι ότι έχουν προοδεύσει τόσο, που νομίζουν ότι όλα μπορούν να τα εξηγήσουν. Και φωτιά να τους ρίξεις, εκείνοι θα μιλούν για φυσικά φαινόμενα.
ΔΙΑΣ: Πράγματι. Ημέρες τώρα σφυροκοπώ με χαλάζι, μία άλλη στοά και εκείνοι λένε για αναστροφή τού βαρομετρικού πεδίου.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Ε, αυτό είναι παραλήρημα…
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Όλα τα κακά λοιπόν, ξεκίνησαν από τον Προμηθέα;
ΔΗΜΗΤΡΑ: Είτε έτσι είτε αλλιώς, τώρα δεν αλλάζει τίποτε. Ας μην αναλωνόμαστε ξεκουκίζοντας το παρελθόν.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Με το φτωχό μυαλό τους, οι βρoτοί, τη λίγη γνώση και δύναμη που απέκτησαν, τις μεταφράζουν σε ελευθερία και την ελευθερία σε ασέβεια προς εμάς.
ΗΡΑ: Λες και δεν τους δένει αυτούς, το πεπρωμένο.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Έτσι όμως ασεβούν προς τις Μοίρες.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: (Ρητορικά) πώς ονομάζεται αυτό θεοί;
ΑΡΗΣ: (Πετάγεται ενθουσιασμένος που το βρήκε) ύβρις!
ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΘΕΟΙ: (Κοιτάνε τον Άρη. Μετά σοβαροί ή αμήχανοι συμφωνούν. Μερικοί απλά γνέφουν καταφατικά.) Ύβρις! / Ε, ναι. / Ναι, ύβρις…
ΗΡΑ: Δία μου, είσαι σίγουρος ότι δεν πρέπει να αφανιστεί και αυτή η φυλή από τη γη;
ΔΙΑΣ: Σίγουρος!
ΔΗΜΗΤΡΑ: Για μένα ακόμα πιο σημαντικό είναι ότι γίνονται άπληστοι. Όσο περισσότερο παράγουν αγαθά, τόσο πιο πολλά θέλουν. Όχι μόνο οι άρχοντες, αλλά και οι φτωχότεροι.
ΑΘΗΝΑ: Πράγματι. Γυρεύουν μόνο υλικά αγαθά. Ακόμα και τη σοφία επιζητούν να την εξαργυρώνουν.
ΕΣΤΙΑ: Και όσο απομακρύνονται από εμάς, ξεχνούν τις άλλες μεγάλες αξίες τής ζωής: την οικογενειακότητα, τη φιλαδέλφεια, τη φιλοξενία.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Α, ναι! Και τις πρωτόλειες χαρές ακόμα τις προσπερνάνε. Τον έρωτα… Παλαιότερα αρκούσε να υποσχεθώ σε ένα αγόρι, την ομορφότερη γυναίκα, για να ξεκινήσει έναν πόλεμο. Τώρα πρέπει να υπόσχομαι σπίτι με αίθριο και βαθύ λουτήρα, δούλους, άρμα τέθριππο – ίσα για να αναγνωρίσει την εξουσία μου. Και δεν έχω τέτοιες δυνατότητες…
ΗΡΑ: Εδώ που τα λέμε, καλή μου, είχε παραγίνει το κακό με τις σφαγές για τη χάρη των ωραίων γυναικών.
ΑΘΗΝΑ: Πράγματι ήταν καιρός να αναγνωριστεί το εσωτερικό κλέος των ανθρώπων…
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Σιγά… Μήπως τώρα οι άντρες διαλέγουν τις γυναίκες τους από το αν μπορούν να απαγγείλουν απ’ έξω τις μεταρρυθμίσεις τού Σόλωνα;
ΔΗΜΗΤΡΑ: Όχι, αλλά χρησιμοποιούν κριτήρια όπως η φρονιμάδα, η οικονομία…
ΕΣΤΙΑ: … η τάξη…
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Α, ελάτε τώρα. Είπαμε να μιλάμε με ειλικρίνεια. Εγώ τουλάχιστον παραδέχτηκα τις αδυναμίες μου… Οι άντρες ακόμα διαλέγουν τη γυναίκα τους από το αν είναι όμορφη, όχι από το αν μπορεί να καρικώνει τις υποσκελίδες.
ΗΡΑ: Ανάλογα με την ηλικία, χρυσή μου.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Οι νέοι και δυνατοί πάντως ζητούν από εμένα και τον Έρωτα να στείλουμε βέλος στην καρδιά εκείνης που θωρούν ωραιότερη. Και να την παντρευτούν!
ΔΙΑΣ: (Μουρμουρίζει μόνος του) μετά αρχίζει το κακό.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Λίγα χρόνια όμως μετά το γάμο, αρχίζουν να παρακαλούν εμένα και να μού λένε τι καλά που θα ‘τανε, αν η γυναίκα τους είχε ιδέα πώς να μαγειρεύει τα γεννήματά μου…
ΑΡΤΕΜΗ: Και αργότερα, όταν εκείνη γεννήσει τα παιδιά τους, προσεύχονται σε μένα να τής επιτρέψω να κρατήσει λίγα χρόνια ακόμα ζωντανή τη νιότη της.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Αυτό δεν πιάνει. Όλοι οι άνθρωποι γερνάνε και ανησυχούν για τη νιότη τους που φεύγει.
ΑΘΗΝΑ: Εγώ όμως θα πω κάτι που πιάνει: λίγα χρόνια ακόμα πιο μετά κλαίγονται – «στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα» – και με παρακαλούν: «Αθηνά μου, κάνε πιο γνωστική τη γυναίκα μου, να ακούει λίγο τι τής λέω».
ΕΣΤΙΑ: Σωστά. Και όταν το κακό παραγίνει, τραβάνε την κόμη τους και με ικετεύουν: «Εστία, χάρισέ της λίγη φρονιμάδα, μήπως μείνει όρθιο το σπίτι».
ΗΡΑ: (Θριαμβευτικά) κι άμα περάσουν όλα αυτά και έρθουν οι πιο χλωμές ημέρες τού βίου τους, απευθύνονται σε μένα: «ας ήταν η συμβία μου, να ξέρει να μαντάρει τις υποσκελίδες και να πιάνει το σάρωθρο όταν λείπουν οι δούλοι».

Η Αφροδίτη κοιτάζει τις τρεις τελευταίες θεές με ελαφρύ οίκτο.

ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Ωραία, μπράβο! Αυτό που ήθελα να πω, είναι ότι και την γυναικεία φλόγα, τη θεωρούν δεδομένη πια και ενδιαφέρονται περισσότερο πώς να αποκτήσουν πλούτη.
ΕΡΜΗΣ: (Ελαφρώς ειρωνικά) θα πρέπει να είναι αυτό τρομερό για ‘σένα.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Και βέβαια είναι. Τη νύχτα βλέπω εφιάλτες. Άντρες σαν αυτούς που βάζουν οι ποιητές να απαγγέλλουν τις τραγωδίες τους, που φοράνε προσωπίδες. Στην αρχή μού ζητάν να μεσολαβήσω στον Έρωτα να σαϊτεύσει την πιο υπέροχη γυναίκα που αντίκρισαν τα μάτια τους… Μετά βγάζουν την πρώτη φενάκη και λένε ότι περισσότερο ποθούν το τέθριππο άρμα που σας έλεγα και εισιτήρια από το Πρυτανείο για τον επόμενο μεγάλο αγώνα. Μετά βγάζουν και τη δεύτερη φενάκη και φανερώνεται μια τρίτη, πιο τρομερή και τότε μού ζητάνε κουπόνια…
ΑΡΗΣ: Κουπόνια;
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Ναι, αλλά δεν ξέρω τι είναι… Δεν προλαβαίνω ποτέ να μάθω, γιατί πάντα ξυπνάω τρομαγμένη, λουσμένη στον ιδρώτα… (Κλαίει. Ο Άρης την αγκαλιάζει.)
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Να έρθεις να σου κάνω ένα ονειρόγραμμα…
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: (Κλαίγοντας) δεν θέλω μάντη. Γιατρό θέλω.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Εντάξει. Έλα να σου κάνω μία ονειροσκόπηση!
ΑΡΗΣ: (Στην Αφροδίτη) Μωρό μου, γιατί δεν μου είχες πει τίποτε από αυτά;
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: (Μέσα στην αγκαλιά του) γιατί όταν εγώ πετάγομαι απ’ τον ύπνο μου, εσύ κοιμάσαι σαν βόδι (κλαίει).
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: (Ξύνει τα γένια του) πολύ συναισθηματική έχει εξελιχθεί η σημερινή μας συνεστίαση.

Η Ήρα βγάζει ένα μαντίλι, τραβάει ελαφρά την Αφροδίτη προς το μέρος της και τής καθαρίζει το πρόσωπο. Οι δύο θεές αγκαλιάζονται. Μετά η Αφροδίτη συγυρίζεται στον καθρέφτη της. Στο αναμεταξύ η κουβέντα συνεχίζεται.

ΑΘΗΝΑ: Μήπως έχουμε παραχαϊδέψει τούς ανθρώπους; Τους κάνουμε τα περισσότερα χατίρια, τους προικίσαμε με τόσες χάρες…
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Τώρα πια έχουν πάρει μόνοι τους μπροστά και προχωράνε.
ΑΡΤΕΜΗ: Και αν είναι τώρα έτσι, τότε τι θα γίνει στο μέλλον;
ΕΡΜΗΣ: Όμως θεοί, είπαμε ήδη τόσα κακά πράγματα. Είμαστε σίγουροι ότι οι άνθρωποι δεν μας αγαπάνε πια; Δείτε πόσους ναούς έχουν κτίσει για εμάς τα τελευταία 20 χρόνια… Τρανότερους από οποτεδήποτε άλλοτε! Και συνεχίζουν να κτίζουν.
ΔΙΑΣ: Αυτό να λέγεται.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Ο ναός σου στην Ολυμπία, Δία, είναι υπέροχος.
ΔΙΑΣ: Και τής Νούλας ο ναός που τελειώνει τώρα στην Αθήνα, είναι εξαιρετικός.
ΗΡΑ: Αυτός ο Ικτίνος κάνει θαύματα!
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Ποιον ναό θα τελειώσει πρώτα; Τής Αθηνάς ή τού Ποσειδώνα;
ΕΡΜΗΣ: Ο Παρθενώνας είναι σχεδόν έτοιμος.
ΑΘΗΝΑ: Όχι, θέλει δύο χρονάκια ακόμα. Και ακόμα δεν έχουν πιάσει τα αετώματα.
ΗΡΑ: (Με ύφος σαν να μην πρόκειται για τίποτα) ε, δυο χρόνια!…
ΕΣΤΙΑ: Ποιον θα βάλεις για τη διακόσμηση;
ΑΘΗΝΑ: Τον Καλλικράτη.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Έξοχη επιλογή!
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Κουκλί θα γίνει! Θα χαίρεσαι να μένεις μέσα.
ΑΡΗΣ: Θέλω και εγώ να κλείσω τον Ικτίνο για έναν ναό στη Στερεά Ελλάδα.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Ααπ! Τον έχω καπαρώσει εγώ για να φτιάξει το δικό μου ναό στο Κωτίλιο.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Να τού πεις να χτίσει τις κολόνες να γέρνουν λίγο προς τα μέσα. Δείχνει μεγαλοπρεπέστερο και μετά σπάνε τα κεφάλια τους οι βρoτοί, για να βρούνε μυστικιστικό νόημα στο σχέδιο…
ΕΣΤΙΑ: (Σιγά) παιδί έχει μείνει ο Ήφαιστος…
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Αυτούς τους διάσημους αρχιτέκτονες, πρέπει να τους κλείνεις 20 χρόνια πριν.
ΑΡΗΣ: Ωραία. Θα κάνω υπομονή. Κλείνω τον Ικτίνο για μετά.
ΑΘΗΝΑ: Μετά θα έχει γεράσει.
ΕΡΜΗΣ: Και θα έχει καβαλήσει τόσο το καλάμι που θα παίρνει τα έργα, υπεργολαβία. Θα τσεπώνει τα τάλαντα και θα στέλνει άλλους να κάνουν τη δουλειά.
ΗΡΑ: Η αλήθεια είναι ότι αυτή η παρέα - Ικτίνος, Φειδίας και συνεργάτες – έχουν τσακίσει τις άλλες κοινοπραξίες, Όποτε εμφανίζονται αυτοί, τους αναθέτουν τη δουλειά.
ΔΙΑΣ: Αν δεις το άγαλμα που φτιάχνει ο Φειδίας για την Αθηνά, θα παραδεχτείς το λόγο.
ΗΡΑ: Το έχω δει. Είναι ανεπανάληπτο. (Στην Αθηνά) χάρηκα για ‘σένα χρυσή μου! (Στο Δία) όμως δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν υπάρχουν και άλλοι ικανότατοι κατασκευαστές.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Ο Ναός τής Άρτεμης για παράδειγμα, στην Έφεσο. Είναι κόσμημα!
ΑΡΗΣ: (Στην Άρτεμη) και κάθε φορά που τον γκρεμίζουν οι δικοί μου, μετά οι Εφέσιοι τον ξαναφτιάχνουν καλύτερο!

Η Άρτεμη τον κοιτάει άγρια και τού δείχνει τα δόντια της. Οι άλλοι κοιτιούνται αμήχανα.

ΕΡΜΗΣ: Εντάξει, η Έφεσος είναι στην Ιωνία, είναι μακριά και το ναό τον οικοδόμησαν άλλοι. Όμως γύρω από την Αθήνα και την Σπάρτη, ο Ικτίνος πράγματι κερδίζει όλους τους διαγωνισμούς ανάθεσης για την ανέγερση ναών…
ΗΡΑ: Εγώ ανησυχώ μην ξεσκεπαστεί κανένα σκάνδαλο και βρεθούνε τα ονόματά μας ανακατεμένα.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Εδώ που τα λέμε, με αυτή τη δημοκρατία που φτιάξανε στην Αθήνα, όλες τις πομπές τους, τις ανακοινώνουν στην εκκλησία τού Δήμου.
ΑΡΤΕΜΗ: Καλέ ναι, είναι περήφανοι κιόλας.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Παλιά τουλάχιστον, τα κάνανε αλλά τα κουκουλώνανε.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Όπως και στις άλλες πόλεις.
ΗΡΑ: (Στην Αθηνά) τι σου ‘ρθε βρε κορίτσι μου να τους βάλεις τέτοιες ιδέες για δημοκρατία;…
ΔΙΑΣ: Θα σας παρακαλούσα να μην υποδαυλίσετε αποκαλύψεις, τουλάχιστον όχι πριν τελειώσει ο Φειδίας και το δικό μου άγαλμα στην Ολυμπία. (Παύση.) Νομίζω ότι μου αξίζει.
ΗΡΑ: Μα και βέβαια, Ζήνο.
ΟΛΟΙ ΟΙ ΘΕΟΙ: Εννοείται. / Και βέβαια. / Φυσικά. / Εμείς γιατί να υποδαυλίσουμε; / Σίγουρα σου αξίζει. / Ναι, Δία!
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Θα είναι ένα θαύμα τού ανθρώπινου γένους, αυτό το άγαλμα πατέρα!

Ο Δίας χαμογελάει αυτάρεσκα.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Ε, ίσως πρέπει να δεχτούμε ότι μας αγαπάνε ακόμα λίγο οι βρoτοί.
ΗΡΑ: Και δεν είναι μόνο οι ναοί: κρήνες, αγάλματα, μνημεία… Τις προάλλες έβλεπα ένα αναθηματικό που σκαλίζουν για τη Δήμητρα στην Ελευσίνα. Έκλαψα από συγκίνηση.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Ποιο; Εκείνο που δείχνει τη Δήμητρα να οδηγεί δύο βόδια;
ΗΡΑ: Όχι, ένα άλλο που τη δείχνει με μία Κόρη να δίνει ένα στάχυ στον Τριπτόλεμο.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Αχ, ναι και ’γω το είδα. Και τον Τριπτόλεμο, κουκλί τον έχει σκαλίσει!
ΕΣΤΙΑ: Ήταν γλυκύτατος από παιδάκι.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Και όταν ωρίμασε, έγινε ωραίος άντρας.
ΑΡΗΣ: (Στην Αφροδίτη) έλα μωρέ, κανονικός είναι. (Στη Δήμητρα) μαζί το είδαμε το ανάγλυφο (τυλίγει το χέρι του στους ώμους τής Αφροδίτης.) Την Περσεφόνη όμως πολύ την έχουν πετύχει. Και την έκανε να δείχνει τόσο κομψή…

Όλοι κρατάνε την αναπνοή τους από τη γκάφα τού Άρη. Η Δήμητρα όμως αναστενάζει νοσταλγικά.

ΔΗΜΗΤΡΑ: Αχ, όχι, δεν είναι το κοριτσάκι μου. Μία από τις ακόλουθές μου είναι. Βλέπεις Άρη, τον καιρό που δίδαξα στον Τριπτόλεμο τη γεωργία, ο άθλιος αδερφός μου είχε αρπάξει την ξαδερφούλα σου στο μπουντρούμι του. Και ο κόσμος ήταν άγονος…

Ο Ήφαιστος πιάνει στοργικά το χέρι τής Δήμητρας. Ο υπόλοιποι θεοί κουνάνε τα κεφάλια.

ΑΦΡΟΔΙΤΗ: (Σιγά στον Άρη) αγάπη μου, πρόσεχε τι λες!
ΑΘΗΝΑ: (Σιγά στον Άρη) γιατί δεν μετράς μέχρι το χίλια πριν ανοίξεις το στόμα σου;
ΑΡΗΣ: Χα! Για να σκεφτώ τι θα πω;
ΕΡΜΗΣ: (Σιγά) όχι, για να ξεχάσεις ότι ήθελες να μιλήσεις…
ΑΡΗΣ: Βρε, δεν με παρατάτε και οι δύο;!
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Γλυκέ μου…
ΑΡΗΣ: (Χαμηλόφωνα) για εξηγείστε μου εσείς που είστε τόσο έξυπνοι: πώς γίνεται ο κόσμος να ήταν άγονος και εκείνη να διδάσκει τον Τριπτόλεμο, γεωργία;
ΑΘΗΝΑ: (Σιγά) Δία μου!
ΔΙΑΣ: Ε;!
ΑΘΗΝΑ: Όχι, τίποτε μπαμπά. Ένα επιφώνημα ήταν.
ΔΙΑΣ: (Μουρμουρίζει) αυτό μού έλειπε τώρα, να αρχίσω να ακούω φωνές, μέσα στο παλάτι μου…
ΑΘΗΝΑ: (Στον Άρη) θα σου πω αύριο. Ησύχασε τώρα.

Η Αθηνά και ο Ερμής κοιτάζονται με απορία και μετά σηκώνουν τους ώμους.

ΗΡΑ: Όμως από αλλού ξεκίνησε η κουβέντα.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Αλήθεια, τι λέγαμε πριν;
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Εστία, νομίζω ότι εσύ προσπαθούσες να πεις κάτι.
ΕΣΤΙΑ: (Σκέφτεται) πράγματι. Λέγαμε για τους καινούργιους, όμορφους ναούς και σκεφτόμουν ότι και εμείς θα μπορούσαμε να ανανεώσουμε λίγο εδώ το χώρο.
ΟΛΟΙ: ;…
ΕΣΤΙΑ: Πώς θα σας φαινότανε, αν βάζαμε τζαμαρία γύρω –γύρω στη βεράντα (δείχνει μπροστά και δεξιά της). Το έχω δει στην Αίγυπτο – μεγάλοι γυάλινοι τοίχοι από χρωματιστό κρύσταλλο…

Οι θεοί αλληλοκοιτάζονται.

ΔΙΑΣ: Μα, άλλα κόπιαζες να πεις πριν, αδερφή μου.
ΕΣΤΙΑ: Ου! Έλα, τώρα αδερφέ μου! Πάντα υπάρχει χρόνος για τα περίπλοκα θέματα. Σημασία έχει, εμείς εδώ τώρα να περνάμε καλά και να ζούμε σε ευχάριστο χώρο… Που λέτε, το γυαλί είναι μεγαλόπρεπο και πολύ πρακτικό. Σταματάει τον άνεμο, δεν μπαίνει η σκόνη…

Ο Ερμής, η Αθηνά και ο Απόλλωνας κρυφογελάνε. Ο Δίας ξεροβήχει. Οι άλλοι κοιτάζονται αμήχανα.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Εμένα μ’ αρέσει να με φυσάει το αεράκι.
ΗΡΑ: Εστία, καλή μου, θα άλλαζε πολύ τη φυσιογνωμία τού παλατιού - δεν νομίζεις;
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Αυτό τον καιρό το ντεκόρ μας δεν περιλαμβάνει κρύσταλλα.
ΕΣΤΙΑ: Α, το γυαλί δένει με όλα. Θα σας φέρω ζωγραφιστές αναπαραστάσεις από τα παλάτια τής Αιγύπτου, να δείτε.
ΔΙΑΣ: Και πώς θα έμπαινε μέσα ο αϊτός; Και πώς θα βγαίναμε εμείς γρήγορα σε περίπτωση ανάγκης;
ΕΣΤΙΑ: (Με ελπίδα) ίσως θα μπορούσες να τού πεις, Δία, να μπαίνει από την πόρτα. Και ‘μεις άλλωστε…

Η Ήρα έχει λίγο συγχυστεί.

ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: (Σιγά στην Άρτεμη) γι αυτό δεν πάει μπροστά η Εστία. Ξεκινάει να πει κάτι σοβαρό και μετά τα ξεχνάει όλα και μιλάει για διακόσμηση.
ΔΙΑΣ: Ίσως είναι και αυτό ένα θέμα, Εστία, που μπορούμε να συζητήσουμε κάποια στιγμή. Πιθανόν στο μεθεπόμενο συνέδριο…
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Ή στο τέλος τού Εκατομβαιώνα που αρχίζουν οι ετήσιες.
ΔΙΑΣ: (Αγριοκοιτάζει τον Απόλλωνα.) Μα τώρα προέχει να τελειώσουμε την κουβέντα για την πίστη και την αφοσίωση των ανθρώπων προς εμάς.
ΗΡΑ: Βέβαια. Ο Ερμής μάς έλεγε ότι οι βρoτοί αφιερώνουν σπουδαίους ναούς σε εμάς.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Και οι υπόλοιποι αναρωτιόμαστε αν είναι αυτό ένδειξη ουσιαστικής πίστης.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Πολλές πόλεις φτιάχνουν ναούς για επίδειξη. Επίδειξη προς τις άλλες πόλεις.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Είναι απόδειξη πλούτου και διαθέσιμου χρόνου.
ΑΡΤΕΜΗ: Το κλέος ενός κράτους που οχυρώνει ακρόπολη και κτίζει τρανούς ναούς, αυξάνεται σημαντικά…
ΔΙΑΣ: … και μαζί η επιρροή που ασκεί σε άλλες πόλεις. Οι συμμαχίες του αυξάνονται και τελικά καταλήγει ακόμα πιο πλούσιο.
ΕΡΜΗΣ: Μα, το ότι μόλις έχουν χρήμα και χρόνο, τα επενδύουν αμέσως στους οίκους μας, δεν αποδεικνύει ότι μας λατρεύουν;
ΑΡΗΣ: Σου εξηγούμε ότι το κάνουν υποκριτικά.
ΕΡΜΗΣ: Και ποιο είναι το κριτήριο ότι το κάνουν υποκριτικά ή με ειλικρίνεια;
ΑΡΤΕΜΗ: Ο φόβος τους, η αγωνία τους απέναντί μας…
ΕΡΜΗΣ: Εντάξει. Έχουν προοδεύσει πια. Απέβαλλαν πολλούς από τους φόβους, πολλή από την άγνοια. Είναι πιο περήφανοι. Σκέφτονται καθαρότερα. Και ο τρόπος που προσεύχονται σε μας έχει αλλάξει. Όμως σε εμάς πιστεύουν. (Τους κοιτάει.) Δεν προτιμάμε να έχουμε ως πιστούς, μεγάλα πλάσματα, αντί τρομαγμένες αγέλες;
ΔΗΜΗΤΡΑ: Σε αυτό συμφωνώ με τον Ερμή. Άλλωστε στο κέντρο τής ψυχής τους δεν αλλάζουν. Εκεί κατοικούμε πάντα μέσα τους. Από εκεί εκπορεύεται η ανάγκη τους να μας αναζητούν και έτσι θα στρέφονται πάντα σ’ εμάς.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Αν κάποια φοβερή καταστροφή τους έβρισκε, θα γύριζαν πάλι στις παλιές, φοβισμένες δεισιδαιμονίες τους.
ΔΙΑΣ: Χμμ…
ΗΡΑ: Έχουν όμως πράγματι αλλάξει πολύ στον τρόπο που μας απευθύνονται.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Απέχουν συχνά από τις διδαχές μας.
ΗΡΑ: Και οι σοφοί τους και οι ποιητές, διαρκώς κάνουνε λόγο για τα πιο τραβηγμένα πράγματα.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Βέβαια. Ο Αίσωπος που λέγαμε πριν για παράδειγμα, φούσκωνε απελπιστικά τα γεγονότα.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Καλέ άσε τον Αίσωπο. Τώρα, ο Ευριπίδης, στα δράματα που γράφει, αλλάζει τελείως την ιστορία των θεών και των ομοίων του.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Βάζει λόγια στα στόματά μας που ποτέ δεν είπαμε.
ΗΡΑ: Η Κλειώ επανειλημμένα μάς έχει διαμαρτυρηθεί.
ΑΘΗΝΑ: Τουλάχιστον, ο Ευριπίδης είναι μεγάλος μάστορας στο διάβασμα τής ψυχής των ανθρώπων.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Ε, ας είχε διαλέξει αυτό για επάγγελμα.
ΑΘΗΝΑ: Δεν υπάρχει τέτοιο επάγγελμα θεσμοθετημένο.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: … ακόμα…
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Η αλήθεια είναι, ότι και τους συμπολίτες του, συχνά τους ενοχλεί μ’ αυτά που γράφει.
ΕΣΤΙΑ: Αχ, πού είναι εκείνος ο Αισχύλος…
ΔΗΜΗΤΡΑ: Θεοσεβούμενος άνθρωπος!
ΑΡΗΣ: Και καλός πολεμιστής.
ΔΙΑΣ: Έλεγε και εκείνος τις βλασφημίες του, πότε –πότε…
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Εγώ νομίζω ότι το κακό άρχισε με τον Ησίοδο.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Μμμ… Έβαλε έργα στα χέρια μας που ποτέ δεν πράξαμε.
ΑΘΗΝΑ: Αυτό το έκανε μόνο όταν δεν είχε επαρκή πληροφόρηση.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Ε, ας μην έγραφε τότε, Αθηνά.
ΕΡΜΗΣ: Πρέπει όμως να τού αναγνωρίσουμε ότι έβαλε τάξη στο χάος των θρύλων που λέγονταν για εμάς και τους ημίθεους.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Επέλεξε όσες παραδόσεις τού άρεσαν και μετά επινόησε γεγονότα για να βουλώσει τα κενά!
ΑΘΗΝΑ: Δεν είναι εύκολο για τους θνητούς με την μικρότατη ζωή, να ανακαλύπτουν την αληθινή ιστορία μέσα από τον κυκεώνα των παραδόσεων.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Όσο αφορά την ιστορία των ίδιων των θνητών - δεν υπάρχει μία ιστορία για όλους, καλή μου. Κάθε λαός λέει τη δική του ιστορία για τα ίδια γεγονότα και όταν ένας λαός υποδουλώνει τον άλλον, τού επιβάλλει την ιστορία του.
ΔΙΑΣ: Την αληθινή ιστορία των ανθρώπων μόνο εμείς την ξέρουμε και μόνο εμείς έχουμε δικαίωμα να την αλλάζουμε - κάτω από σοβαρότατες περιστάσεις.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Αφήστε την ιστορία των θνητών. Το θέμα είναι η δική μας ιστορία όπως την παρουσίασε ο Ησίοδος.
ΕΡΜΗΣ: Δική μας ιδέα ήταν να τον εμπνεύσουμε.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: (Ξινά) όντως. Ατυχές περιστατικό.
ΗΡΑ: Το χειρότερο είναι ότι μας παρουσίασε στους συνανθρώπους του, λες και ήμασταν όμοιοί τους.
ΑΡΤΕΜΗ: (Στο Δία) αυτό και αν είναι βλασφημία, πατέρα, ε;
ΔΙΑΣ: Ναι, κορούλα μου, αλλά έχει πεθάνει ήδη ο Ησίοδος…
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Λες και είναι οι θνητοί που πλάθουν τους ανθρώπους…
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: (Μουτρωμένη) ε, μήπως κάπως έτσι δεν είναι; Πόσες φορές δεν μας έχουν αλλάξει ονόματα, οι βρoτοί στο παρελθόν; Καθώς μεταφέρεται η λατρεία μας από τόπο σε τόπο…
ΑΡΤΕΜΗ: Πράγματι! Και αρμοδιότητες. Εμένα κάποτε με θεωρούσαν τη «Μεγάλη μητέρα Γη»!
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Και εμένα με θεωρούσαν πρωταρχική θεά.
ΔΙΑΣ: Εντάξει, εντάξει. Εσείς οι δύο είστε λίγο ριγμένες στο τρέχον πάνθεον των ανθρώπων.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Όμως να μας μοιράζουν αρμοδιότητες οι θνητοί;! Ντροπή!
ΔΙΑΣ: Ξέρετε καλά ότι έτσι πάει ο κόσμος. Υπακούμε και εμείς σε έναν υψηλότερο νόμο.
ΗΡΑ: (Θυμωμένη) όχι όμως και να λέμε ότι μας πλάθουν οι θνητοί! Νιώθει κανείς εδώ μέσα πως είναι το ονειροπόλημα ενός θνητού; Στη χειρότερη περίπτωση, ας πούμε ότι γινόμαστε κάποιες φορές, θύματα τής πλάνης τους.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Όπως και να ‘ναι, στους επόμενους αιώνες πρέπει να βρισκόμαστε σε εγρήγορση. Αφού βλέπουμε ότι διάφοροι λαοί πιέζουν τους πιστούς μας.
ΗΡΑ: Φταίνε και οι εξερευνήσεις για αυτό.
ΔΙΑΣ: Γιατί;
ΗΡΑ: Γιατί πάνε οι δικοί μας και γνωρίζουν τους άλλους λαούς και μετά παίρνουν τα μυαλά τους, αέρα.
ΔΙΑΣ: Παρεμπιπτόντως, τώρα που το θυμήθηκα. Αθηνά! Πού βρίσκεται το πρόγραμμα χαρτογράφησης των ανθρώπων;
ΑΘΗΝΑ: Καθυστερεί αυτή την εποχή, ω Δία.
ΔΙΑΣ: Δηλαδή;
ΑΘΗΝΑ: Με αυτά που ξέρουν, κανονικά το κέντρο τού κόσμου πέφτει επάνω σε έναν απόπατο στο Δέλτα τού Νείλου.
ΔΙΑΣ: Και το παραδέχονται αυτό, οι Αχαιοί;
ΑΘΗΝΑ: Όχι καλέ! Δείχνουν πάντα εκείνο το ανάποδο λαγήνι στους Δελφούς. (Ο Απόλλωνας μορφάζει.)
ΔΙΑΣ: Καλώς!
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Όσο προχωράνε τα ταξίδια προς την Αιθιοπία, το σημείο θα κατεβαίνει νότια.
ΔΙΑΣ: (Δείχνει τον Ήφαιστο) εσύ φαγώθηκες με τα εγκαίνια φραγμάτων στη Μεσοποταμία!
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Οι Αιθίοπες είναι οι πιο ευσεβείς άνθρωποι…
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Α, ναι!
ΑΡΗΣ: Αν βρεθεί κάποιος ικανός αργότερα στη Μακεδονία, να το σπρώξει προς την ανατολή…
ΕΡΜΗΣ: Πάντως, πατέρα, οι βρoτοί δεν ξέρουν από χαρτογράφηση. Τα μαθηματικά τους…
ΔΙΑΣ: (Τον κόβει) και φροντίστε όλοι σας να μείνει έτσι – για την ώρα τουλάχιστον. Εσύ Ήφαιστε, πρόσεχε τον Προμηθέα μην κάνει πάλι καμιά κουτσουκέλα.

Η Ήρα κουνάει το κεφάλι με σημασία. Ο Ήφαιστος εκπλήσσεται.

ΕΡΜΗΣ: Ξαναγυρνώντας στα προηγούμενα, σας υπενθυμίζω ότι έχουμε συμφωνήσει ότι τους πιστούς μας τους θέλουμε δυναμικούς και εξωστρεφείς.
ΗΡΑ: Α, δεν υποφέρεστε σήμερα εσύ και η Αθηνά, Ερμή με την εύνοιά σας στους ανθρώπους…
ΑΘΗΝΑ: Αν οι λαοί που εμείς ορίζουμε είναι υψηλόφρονες και δυνατοί, θα υπερισχύσουν στις συγκρούσεις με τους άλλους και θα επεκτείνουν τη λατρεία μας.
ΔΗΜΗΤΡΑ: (Κουνάει συγκαταβατικά το κεφάλι.) Έχει κατακλυστεί σήμερα ο κόσμος από ανθρώπους. Δεν μπορεί λαός να ζήσει αποκομμένος. Και αν κάποιος το προσπαθήσει θα τού επιτεθούν οι άλλοι.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: (Στο Δία) Αχ! Μαθαίνουν γρήγορα οι νέοι. Ολόκληρη πολέμαρχος έγινε η Νούλα!
ΔΙΑΣ: (Καμαρώνοντας) το ξέρω! Εδώ και αιώνες…
ΕΡΜΗΣ: Οι Μακεδόνες είναι ήδη δικοί μας. Αν καταφέρουμε ικανοποιητική διείσδυση στο Λάτιο – όπως λέει και ο Απόλλωνας – για τους επόμενους έξι –επτά αιώνες έχουμε καθαρίσει…
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Έξι –επτά αιώνες δεν είναι πολλοί.
ΕΡΜΗΣ: Και βλέπουμε…
ΔΙΑΣ: Συμφωνώ με τα παιδιά! (Στην Ήρα) μη φοβάσαι, αγάπη μου, θα βγούμε νικητές και από αυτή τη μάχη. Εμπρός συνάδερφοι, ας πιούμε για τη δόξα μας!
ΟΛΟΙ: (Σηκώνουν τα ποτήρια) σε εμάς! / Στο μεγαλείο μας! / Στις χαρές μας! / Στη δόξα μας! (Πίνουν.)




Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2009

Σκηνή 6η: Το πηγάδι των προσευχών

[ ... συνέχεια από ανάρτηση τής 10ης Νοεμβρίου.]




ΔΙΑΣ: Πέρασε όμως η ώρα. Πρέπει να σας αφήσω.
ΑΡΤΕΜΗ: Άμα περνάς καλά δεν καταλαβαίνεις πόσο γρήγορα φεύγει ο χρόνος.
ΕΣΤΙΑ: Είναι οι χαρές τής οικογένειας που σε κάνουν να ξεχνιέσαι.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Δεν φωνάζουμε και τις χορεύτριες;
ΔΙΑΣ: Μείνετε εσείς αν θέλετε. Εγώ έχω να εργαστώ.
ΗΡΑ: Έλα βρε Ζήνο μου. Τι εργασία έχεις τώρα;
ΔΙΑΣ: Είναι η ώρα να ακούσω τις προσευχές των πιστών μου.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Μεσημεριάτικα;
ΔΙΑΣ: Αυτή την ώρα προσεύχονται οι πιο πεινασμένοι. Όταν σηκώνονται από το λιγοστό μεσημεριανό φαγητό…
ΑΡΗΣ: Ναι, αλλά οι πιο πεινασμένοι, τι προσφορές να σου κάνουν;
ΗΡΑ: Κάτσε, Ζήνο, να τους ακούσεις εδώ μαζί μας! Να, θα ανοίξουμε αυτό το πηγάδι των ακροάσεων.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Ναι, ναι, καλή ιδέα!
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Έχει γούστο να ακούς τις προσευχές των ανθρώπων, με συντροφιά.
ΑΡΤΕΜΗ: Έλα μπαμπά, μείνε μαζί μας.
ΔΙΑΣ: Καλά, εσείς δικές σας προσευχές δεν έχετε να ακούσετε;
ΘΕΟΙ: (Γέλια) Ουου! / Από προσευχές άλλο τίποτα. / Καλέ, ποιος κάθεται να ακούσει προσευχές μετά το φαγητό; / Βαραίνει (κτυπάει την κοιλιά του).
ΑΡΗΣ: Το πολύ να παρακολουθήσω καμία σπονδή.
ΔΙΑΣ: Παρακαλώ, να μην παραμελείτε τα καθήκοντά σας. Οι άνθρωποι προσεύχονται όλη την ημέρα και ένα από τα έργα μας είναι να τους ακούμε.
ΘΕΟΙ: Α, βέβαια. / Τους ακούμε / Τους φροντίζουμε τους ανθρώπους. / Ουου!… / Αλίμονο.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Ευκαιρία, Δία, να ακούσουμε όλοι μεσημβρινές προσευχές.
ΗΡΑ: Και αν θες μπορούμε να σε βοηθούμε λιγουλάκι με συμβουλές.
ΔΙΑΣ: Δεν θέλω συμβουλές.
ΗΡΑ: Όχου, βρε Ζήνο. Πολύ σοβαρά τα παίρνεις τα πράγματα.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Μπορούμε να τους σκαρώσουμε και καμιά φάρσα, όλοι μαζί.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Και θα σού φανεί πιο ξεκούραστη η δουλειά.
ΔΙΑΣ: Η δουλειά είναι δουλειά.
ΗΡΑ: Αχ, βρε Δία! (Στους άλλους) δεν ξέρετε πόσο εργασιομανής έχει γίνει! Άνοιξε από ένα πηγάδι ακροάσεων σε κάθε δωμάτιο! Και στη αίθουσα ακροάσεων έβαλε τον Ήφαιστο να τού φτιάξει τρίτο.
ΑΘΗΝΑ: Είναι και άκομψα αυτά τα πηγάδια.
ΕΣΤΙΑ: Καλέ, ανοικονόμητα!…
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: (Πονηρά) έβαλε και στο δωμάτιο, που ακόμα και ο Δίας πάει μόνος του;
ΗΡΑ: Καλέ, Ποσειδώνα, μην κοροϊδεύεις! Ξέρεις τι είναι να ζεις με τρύπες σε όλα σου τα πατώματα;!
ΗΒΗ: (Μόνη της θλιμμένα) δυσκολεύει και το σφουγγάρισμα…
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Εγώ έχω τρία μόνο σε όλο μου το παλάτι. Στα ταβάνια βέβαια! Το ένα το έφτιαξα ειδικά για την Αμφιτρίτη.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: (Σιγά) μήπως από ‘κει στάζει;
ΗΡΑ: Καλέ, εγώ τον παρακαλάω να κλείσει αυτό, που μου άνοιξε στην κρεβατοκάμαρά μας!…
ΕΣΤΙΑ: Η αλήθεια είναι ότι είναι μεγάλη ευκολία να μην χρειάζεται να τρέχεις σε άλλο δωμάτιο, αν ξαφνικά σού προσευχηθεί ένας πιστός.
ΗΡΑ: Μα, αγάπη μου, δεν χρειάζεται να ακούς όλες τις επικλίσεις.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: (Στην Άρτεμη) καημένη Εστία! Δεν την επικαλούνται συχνά οι βρωτοί.
ΑΡΤΕΜΗ: Ου, τι λες; Οι γυναίκες;! Κάθε μέρα. Όταν τους καίγεται το φαγητό, όταν ξενοκοιμάται ο άντρας τους…
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Νόμιζα ότι γι αυτό, κατέφευγαν στην Ήρα!…
ΑΘΗΝΑ: (Στην Εστία) έχεις πηγάδι ακροάσεων στην κουζίνα;
ΕΣΤΙΑ: Έχει. Είναι μικρό όμως. Δεν ακούγεται καλά.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Είναι δύσκολο το σημείο τής κουζίνας, Εστία. Δεν πιάνει τους νότιους ναούς, γιατί υψώνεται η Όσσα ανάμεσα… Το έχω συνδέσει με το κεντρικό πηγάδι ακροάσεων και από εκεί γίνεται εκτροπή επίκλισης.
ΔΙΑΣ: Α, κανάγια! Κάτι τέτοια κάνεις και μπλέκονται οι επικλίσεις! Εκτές μία γυναίκα με παρακαλούσε να τής πω, πότε να βγάλει το σουφλέ από το φούρνο.
ΕΣΤΙΑ: Πω, πω! Για μένα θα ήταν. Και τι τής είπες, Δία;
ΔΙΑΣ: Τής τό ‘κλεισα!
ΕΣΤΙΑ: Την καημένη!
ΑΡΗΣ: (Γελάει) και μένα μού είχε συμβεί μία φορά. Ήταν επίκλιση για την Αφροδίτη και πέρασε από λάθος στο δικό μου πηγάδι. Ήταν μια νιόπαντρη πολύ μπερδεμένη και ήθελε οδηγίες να ψήσει το παστίτσιο.
ΕΣΤΙΑ: Και τι τής είπες;
ΑΡΗΣ: Τής είπα να τ’ αφήσει μία ώρα ακόμα στο φούρνο. Μετά κάθισα πάνω από το σπίτι της και μύριζα την ωραία τσίκνα τού καμένου!…

Μερικοί γελάνε.

ΗΡΑ: Παλιόπαιδο!
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: (Τού δίνει μία τσιμπιά) άθλιε. Και αφού ξέρεις πόσο σπάνια μού ζητάν οδηγίες για μαγειρική!
ΔΗΜΗΤΡΑ: Εσείς οι άντρες κι όταν μεγαλώσετε, παιδιά μένετε.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: (Στον Άρη, σιγά) σού έχω ζητήσει να μην λες αυτή την ιστορία.

Ο Άρης τη φιλάει.

ΑΘΗΝΑ: (Θορυβημένη στον Ερμή) δηλαδή τώρα, όλες οι προσευχές έρχονται μέσω των τοπικών ναών;
ΕΡΜΗΣ: (Σιγά) σκατά, τα ‘χει κάνει και με τις επικοινωνίες, ο Ήφαιστος. Σκέψου να είχαμε και ‘κείνες τις περίεργες συσκευές που έχει προφητεύσει ο Απόλλωνας… – Δεν κατάλαβα. Ρώτησέ τον!
ΑΘΗΝΑ: Εγώ δεν τού μιλάω αυτουνού!
ΑΡΗΣ: (Στον Ήφαιστο γελώντας) ωραίο θα ήταν να έφτιαχνες μεταφερόμενα πηγάδια επικλίσεων.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Πώς δηλαδή, μεταφερόμενα;
ΑΡΗΣ: Ξέρω ‘γω; Να, να είναι ένα μικρό πράγμα σαν πηγαδάκι και να μπορείς να το πηγαίνεις από δωμάτιο σε δωμάτιο.
ΕΡΜΗΣ: Δηλαδή, να έχουμε ανοιχτές τις τρύπες στα δωμάτια και να εφαρμόζουμε επάνω το μηχανισμό τού πηγαδιού;
ΗΡΑ: Άμα, έχεις τις τρύπες, τότε δεν γλυτώνεις τίποτε.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Καλέ θα πέφταμε μέσα, αν είχαμε τρύπες ανοιχτές στα πατώματα.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Χρήσιμο θα ήταν να υπήρχε συσκευή που να μην χρειαζόταν τρύπες στο σπίτι.
ΑΡΗΣ: Ναι, αυτό εννοούσα. Τι λες Ήφαιστε; Μπορείς να φτιάξεις κάτι τέτοιο;
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Ιδού η πρόκληση!
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Χμμ… Πρέπει να μ’αφήσετε να το σκεφτώ. Ένα πηγαδάκι ακροάσεων που θα το μεταφέρεις στη ζώνη σου και δεν θα χρειάζεται εγκατάσταση. Μπορούμε να το ονομάσουμε «κινητό»!
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Α, ωραία! Όνομα βρήκαμε!
ΔΙΑΣ: Μα τώρα, τι λέτε όλοι σας; Αν δεν υπάρχουν τρύπες, πώς θα φτάνει η τσίκνα από τις θυσίες;
ΗΡΑ: Σωστά! Πρέπει να φτάνει και η τσίκνα!
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Και να γίνονται σωστές οι εκτροπές τσίκνας.
ΕΡΜΗΣ: (Στον Απόλλωνα, αστειευόμενος) τσιγκούνη!
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Δώστε μου λίγο χρόνο και θα το μελετήσω. Θα σας καταπλήξω!
ΕΡΜΗΣ: Αμάν!
ΔΗΜΗΤΡΑ: (Συμβουλευτικά στον Ήφαιστο) κοίταξε πρώτα τη ζυγαριά των Κηρών!
ΔΙΑΣ: Λοιπόν, τώρα εγώ σας αφήνω. (Κάνει να σηκωθεί.)
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Αφού είπαμε ότι θα ακούσεις παρέα μας, τις προσευχές.
ΔΙΑΣ: Εσείς το είπατε! Δεν γίνετε όμως. Αυτές οι προσευχές είναι ιδιωτικές.
ΗΡΑ: Ιδιωτικές;
ΔΙΑΣ: Ιδιωτικές. Σε μένα απευθύνονται.
ΗΡΑ: Ε, και; Μυστικά, σού λένε;
ΔΙΑΣ: Τι μυστικά; Οι γνωστές ικεσίες των ανθρώπων…
ΗΡΑ: Ε, τότε γιατί δεν κάνει να ακούσουμε;
ΔΙΑΣ: Είναι ζήτημα τάξης. Δεν επιτρέπεται. Το επαγγελματικό απόρρητο…
ΗΡΑ: Είμαι γυναίκα σου και έχω δικαίωμα να ξέρω!
ΔΙΑΣ: Τι να ξέρεις καλέ; (Η Ήρα γυρνάει το κεφάλι της πεισματωμένη προς την άλλη μεριά.) (Στον Ποσειδώνα) δεν την αντέχω άλλο πια!
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Έλα, έλα. Αδερφή σου είναι…
ΔΙΑΣ: (Στην Ήρα) δεν μού λες, εγώ ακούω τις προσευχές που είναι για ‘σένα;
ΗΡΑ: Δεν μού το ζήτησες.
ΔΙΑΣ: (Μεγαλόπρεπα) βέβαια, σε κανέναν δεν το ζητάω, γιατί μετά θα με κατηγορούσατε για τύραννο.
ΗΡΑ: Ασ’ τα αυτά, Δία. Πες μου, έχεις να κρύψεις πράγματα που σου λένε οι θνητοί, από εμάς;
ΔΙΑΣ: Μα τι λες τώρα; Μη διαστρεβλώνεις αυτά που είπα. Και από πότε άρχισες να ενδιαφέρεσαι, για το τι μου λένε οι θνητοί;
ΗΡΑ: Από όταν άρχισες εσύ να κυνηγάς τις θνητές…
ΔΙΑΣ: Ω, κοίτα τι θυμήθηκε τώρα…
ΗΡΑ: Λοιπόν, ετοιμάζεις πάλι τις ίδιες ιστορίες;
ΔΙΑΣ: Ήρα…
ΗΡΑ: (Έτοιμη να κλάψει) καλά, λοιπόν. Μπράβο! Πήγαινε ν’ ακούσεις τι σου λένε από το πηγάδι σου! Και να δεις! Οι τσούλες… (Απειλητικά) αλλά θα τα πούμε εμείς από την καλή, το βράδυ.
ΔΙΑΣ: (Μένει σύξυλος. Μετά τραβάει τα μαλλιά του) Δία μου!
ΔΗΜΗΤΡΑ: (Χαμηλόφωνα) ο Δίας επικαλείται τον εαυτό του;
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Τι να κάνει; Αφού δεν έχει ανώτερο.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: (Στην Ήρα) αδερφούλα μου, ησύχασε! Όλοι εδώ ξέρουμε ότι έδωσες τους καλύτερους αιώνες τής ζωής σου για το βασιλέα μας!

Ο Δίας τον κοιτάει αποσβωλωμένος.

ΗΡΑ: (Μισοκλαίγοντας) εμ, βέβαια. Πάντα εγώ τού στεκόμουνα… Αμ, δεν φταίει άλλος. Μου το ‘λεγε η μανούλα μου…
ΔΙΑΣ: Τι σου ‘λεγε η μαμά; - αφού… (ο Ποσειδώνας τον συγκρατεί.)
ΗΡΑ: Άφησέ με! Δεν θα σου ξαναμιλήσω για μισό φεγγάρι!

Ο Ποσειδώνας χαμογελάει πλατιά! Η Αφροδίτη αγκαλιάζει παρηγορητικά την Ήρα. Οι υπόλοιποι σχολιάζουν με βλέμματα και νοήματα.

ΔΙΑΣ: (Στον Ποσειδώνα, σιγά) εσένα τώρα, τι σού ‘ρθε;
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: (Σιγά) βρε κουτέ… σε γλύτωσα από δύο εβδομάδων κρεβατομουρμούρα.

Ο Δίας μπερδεύεται. Προσπαθεί να αποφασίσει αν ο Ποσειδώνας βοήθησε ή όχι. Η Ήρα συνεχίζει τους θεατρινισμούς.

ΔΙΑΣ: (Στην Ήρα) ωραία, ωραία! Θα το ανοίξω εδώ το πηγάδι, μαζί με όλους σας, για να ακούσεις τα μεγάλα μυστικά που μου λένε οι άνθρωποι! Ας συγυρίσουμε όμως τουλάχιστον το τραπέζι. Εστία, καλή μου…
ΗΡΑ: (Μισοκλαίγοντας) ναι, τώρα…

Η Εστία κάνει νόημα στην Ήβη. Η Ήβη σηκώνεται και κτυπάει τα χέρια της προς την κουζίνα. Έρχονται υπηρέτες. Η Ήβη τούς κάνει νόημα και εκείνοι με σβελτάδα, ενώ εξελίσσεται η σκηνή, μαζεύουν το τραπέζι. Αφήνουν τα τραπεζομάντιλα και φέρνουν καινούργια ποτήρια για το νέκταρ και το νερό, κανάτες με νερό και κρυστάλλινα δοχεία με ξηρούς καρπούς. Καθαρίζουν επίσης όπου χρειάζεται.

ΔΙΑΣ: (Κροταλίζει τα δάκτυλα. Φωνάζει) ωτακουστή!

Μπαίνει ο ωτακουστής. Φοράει στολή και στη μέση του κρέμονται δύο μεγάλα χωνιά, μία βεντάλια και ένα ραντιστήρι.

ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Μάλιστα, αφέντη!
ΔΙΑΣ: Άνοιξε παιδί μου το πηγάδι. Θα λάβω εδώ τις σημερινές επικλίσεις.
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Μάλιστα, κύριε!
ΑΡΤΕΜΗ: (Στον Απόλλωνα) α, ωραία.
ΕΡΜΗΣ: (Στην Αθηνά) στοίχημα ότι θα βαρεθούμε.

Η Ήβη κάθεται ξανά στη θέση της. Ο ωτακουστής φτάνει στο πηγάδι και αφαιρεί το σκέπασμα. Γονατίζει, κουνάει το χέρι του σαν για να διώξει κάποια άχνα. Σκύβει, αφουγκράζεται, βγάζει το μεγάλο χωνί από τη ζώνη του, το κολλάει στο αυτί του και το στρέφει προς διάφορες κατευθύνσεις μέσα στο πηγάδι.

ΔΙΑΣ: Μπορείς να αρχίσεις όταν είσαι έτοιμος, ωτακουστή.
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Μάλιστα, δεσπότη! (Αφήνει το μεγάλο χωνί. Βγάζει το μικρό, το προσαρμόζει στο ρουθούνι του και οσμίζεται ένα –γύρω μέσα στο πηγάδι.) Από τσίκνα δεν έρχεται τίποτα, πάνσεπτε!… Α, κάτι ακούω από τη Βοιωτία. (Ξαναβάζει στο αυτί, το μεγάλο χωνί.) Είναι ο γεωργός, ο Πολυκλής, γυιος τού Πηλοπόδη από τον Ορχομενό, που προσεύχεται σε ‘σένα.
ΔΙΑΣ: Και τι λέει;
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Επικαλείται το όνομά σου, Δία. Ξανά. Λέει ότι είναι ένας φτωχός, τίμιος γεωργός. Από παιδί αυτό το επάγγελμα έκανε και έτσι ζει την οικογένειά του. Κάθε μέρα έπαιρνε το βόδι του και όργωνε το χωράφι του. Το βόδι είναι κληρονομιά από τον θείο του, τον Πιοτίνο, χρειάστηκε όμως δίκη για να το αποκτήσει, γιατί ο προκομμένος θείος, είχε αφήσει σε χρεόγραφο όλο το κοπάδι του σε έναν ξάδερφο – τον Φαγανέα – που τον κέρδιζε συνέχεια στην πεσσεία. Ευτυχώς, η θεία, η Ξυλοπλάστη, παρενέβει και έπεισε το δικαστήριο ότι ο άντρας της είχε ήδη γράψει το βόδι στο όνομα τού ανιψιού της, πριν συνταχθεί το χρεόγραφο. Η σύνθεση τού δικαστηρίου ήταν…
ΔΙΑΣ: (Ανυπόμονα) πάρα –κάτω.
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: (Μικρή παύση) Ύστερα ο ξάδερφος έκανε έφεση για πλαστογράφηση τής ημερομηνίας τής διαθήκης, η οποία και εκκρεμεί. Όπως και να ‘ναι, σήμερα το πρωί, το βόδι ψόφησε και τώρα ο Φαγανέας θα ζητάει αποζημίωση από πάνω. Αυτό δεν ανησυχεί τον Πολυκλή, γιατί ξέρει ότι είναι αθώος και την δίκη θα την κερδίσει. Τρομάζει όμως, γιατί χωρίς βόδι, δεν μπορεί πια να οργώνει και πώς να θρέψει τα παιδιά του, τον Κλινόμακτρο και την Σταμνιδαία…
ΔΙΑΣ: Δεν χρειάζομαι άλλα ονόματα. Να τα παραλείπεις!
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Μάλιστα, υπερουράνιε! … και… και πώς θα σκορπίζει κριθάρι με κρασί στο χώμα για ‘σένα, ω Δία και για τη Δήμητρα; Για τη γυναίκα του, την… , δεν τον νοιάζει τόσο, γιατί έτσι κι αλλιώς αυτή θα πάει στον πεθερό του και εκείνος θα στείλει τον πετυχημένο, λελέ κουνιάδο του και θα τού προτείνουν να τού δανείσουν ένα ταύρο, αν τους βάλει υποθήκη το χωράφι του…
ΔΙΑΣ: Χμμμ…
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Κλαίει και οδύρεται, ιερότατε και λέει, «ω, τι κακό που με βρήκε» και σου ζητάει να θυμηθείς ότι πάντα ήταν ευσεβής προς εσένα και σε μακάριζε. Δείχνει ακόμα το γείτονά του, τον… - συγνώμη -, ο οποίος έχει και εκείνος ένα βόδι και ζει την οικογένειά του σαν γεωργός και σήμερα που ξύπνησαν, το δικό του βόδι είναι μια χαρά και τώρα ο γείτονας οργώνει, ενώ τού Πολυκλή το βόδι είναι με τα πόδια πάνω. Υποσημειώνει ακόμα ότι το βόδι του, ο γείτονας, το πήρε από…
ΔΙΑΣ: Αρκεί! Δεν θέλω να μάθω. (Θυμηδία από όλους τους θεούς.) Και τι ζητάει τώρα, ο Πολυκλής;
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: (Μικρή, αμήχανη παύση καθώς περιμένει τη φλυαρία τού Πολυκλή.) Σου ζητάει, ω πατέρα, ένα καινούργιο βόδι!

Όλοι γελάνε.

ΘΕΟΙ εκτός ΔΙΑ, ΗΡΑΣ και ΗΒΗΣ: Αυτό ήταν όλο; / Ναι, ναι! / Να τού το δώσουμε / Α, βέβαια. / Δίκιο έχει. / Καημένος Πολυκλής. / Χα, χα! / Καημένος Δίας. / Και να τού πάρουμε τη λαλιά. / Καλέ, αυτός θα διέπρεπε στην εκκλησία τού δήμου. / Και θα κέρδιζε πολλά βόδια! / Εγώ νόμιζα ότι θα ζητούσε τριήρη! / Χι, χι! / Έτσι κάνει πάντα; / Τέτοια ευφράδεια πρέπει να ανταμειφθεί.
ΔΙΑΣ: Εντάξει, εντάξει. Θα το έχει το βόδι του.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: (Στον Απόλλωνα) ίσως και μία λαρυγγίτιδα! (Όλοι γελάνε.)
ΔΙΑΣ: Ερμή, σημείωσε ένα ακμαίο βόδι για τον Πολυκλή και θύμισέ το στο γραμματέα μου, αύριο πριν πάει για τις εξωτερικές διεκπεραιώσεις.
ΕΡΜΗΣ: Μάλιστα, αρχηγέ. (Σημειώνει στο μπλοκάκι του.)
ΔΙΑΣ: (Στον ωτακουστή) κλείσ’ τον αυτόν. Τον επόμενο.
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Μάλιστα, παμμέγιστε. (Ψάχνει εναλλακτικά με τα δύο χωνιά.)
ΔΙΑΣ: (Στην Ήρα που ακόμα σκουπίζει τα μάτια της.) Έλα καλή μου, αφού το ακούς ότι άδικα έγινε όλη η παρεξήγηση. Μην κλαις άλλο. Θα αρχίσει να βρέχει στη γη.
ΗΡΑ: Και; Φοβάσαι μη βραχούν οι αγαπημένοι σου υπήκοοι;
ΔΙΑΣ: Όχι, βέβαια…
ΔΗΜΗΤΡΑ: Η βροχή από τα δάκρυα μιας θεάς είναι η πιο ξεδιψαστική για τους αγρούς…
ΕΣΤΙΑ: … μετά τα άνθη γίνονται μεγάλα σαν τα κεφαλάκια των μωρών και πιο λαμπερά από ποτέ…
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: … και στολίζουν μ’ αυτά οι Νύμφες, τα μαλλιά και τα στήθη τους!
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Και τα εσπεριδοειδή αποκτούν άλλο άρωμα!…
ΑΡΤΕΜΗ: (Στο ίδιο ονειροπόλο ύφος) κι αν τύχει και βρέξει στην πόλη αντί σε αγρό, γίνεται πλημμύρα μεγάλη και πνίγονται νιες και ορφανά!

Όλοι γυρίζουν και κοιτάνε την Άρτεμη. Εκείνη τους χαμογελάει αμήχανα.

ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Εμμ… Πάνσοφε, πιάνω κάτι από την Κόρινθο… (Οι θεοί σιωπούν και προσέχουν.) Είναι η Αδιφάγη, μια νέα κοπέλα. Βρίσκεται στην παρθενική της κλίνη. Βλέπω ότι φοράει έναν αραχνοΰφαντο χιτώνα. Στο παραγώνι καίνε αρωματικά φυτά. (Κουνάει τη βεντάλια για να πάει η μυρωδιά προς το Δία. Η Ήρα όλο και εξαγριώνεται, ο Δίας όλο και καταρρέει.)
ΔΙΑΣ: Χμμμ…
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Επικαλείται το όνομά σου, ω Δία. Λέει ότι μόνο εσένα λατρεύει, ότι μόνο εσύ κυβερνάς τη σκέψη της και έφτασε η ώρα να ενωθεί μαζί σου. (Οι άλλοι θεοί κρατάνε τα γέλια τους.) Τώρα λύνει τις πόρπες τού χιτώνα της (βάζει το χωνί στο μάτι του και σκύβει), ζητάει να παρουσιαστείς μπροστά της σαν λευκός ταύρος, (με έξαψη) τώρα τραβάει το ύφασμα…
ΔΙΑΣ: Φτάνει, φτάνει! Κλείσ’ την, την ανόητη!

Ο Ωτακουστής πετάγεται, χάνει την ισορροπία του, κουνάει τα χέρια και πέφτει μέσα στο πηγάδι.

ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Ααααα… (η φωνή του σβήνει).
ΗΡΑ: Ω, Θέμιδα και Μνημοσύνη, κοιτάξτε μοίρα σκληρή που μού έλαχε να υπομένω.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: (Σιγά) αμάν, ώρα είναι να κουβαληθούν αυτές οι δύο.
ΔΙΑΣ: (Στην Ήρα) μα τι λες τώρα; Μία ανόητη παιδούλα ήτανε…
ΗΡΑ: Ααα!…
ΔΙΑΣ: Ξέρεις πόσες τέτοιες ακούω κάθε εβδομάδα; (Ο Ποσειδώνας τον σκουντάει.)
ΗΡΑ: (Πέφτει με αναφιλυτά στην αγκαλιά τής Αφροδίτης.) Και καμαρώνει ο αγροίκος.
ΔΙΑΣ: Δεν καμαρώνω! Απλώς το λέω επειδή συμβαίνει. Ούτε σημαίνει ότι εγώ ενδίδω σε όλες αυτές. (Ο Ποσειδώνας, ο Απόλλωνας και ο Ερμής σκεπάζουν τα μάτια τους.)
ΗΡΑ: Μπουχούου! (Κλαίει.) Σε πόσες ενδίδεις;
ΔΙΑΣ: Μα;!… Σε καμία.

Ο Ερμής πνίγει ένα γέλιο.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Αδερφή μου, επίτρεψέ μου να πω, ότι σε αυτή την περίπτωση ο Δίας δεν έχει αναγκαστικά άδικο. Όλους εμάς τους μεγάλους θεούς, μάς προσκαλούν οι νέες στα όνειρά τους και στον ξύπνιο τους, όσο είναι ακόμα άμυαλες και άπειρες από τη ζωή…
ΗΡΑ: Και γιατί δεν τις κεραυνοβολείτε;
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Αρχόντισσα των θεών, αυτό και αν θα επέφερε συρρίκνωση τού πληθυσμού των ανθρώπων. Ποια παιδούλα δεν έχει ξεγελάσει κάποτε τον εαυτό της, ότι είναι άξια για το χάδι ενός θεού;
ΔΗΜΗΤΡΑ: Και ποιο παλληκάρι δεν πόθησε κάποτε ανδρεία τόση, που να τον κάνει άξιο να κρατήσει το χέρι μίας θεάς;
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Αυτοί να προσέξουνε μην τους πάρει ο Πλούτωνας!… (Δίας και Απόλλωνας τού δίνουνε ταυτόχρονα από μία σκουντιά.)
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Ε, βέβαια μητέρα. Έτσι έχουν πλαστεί οι θνητοί. Να ζητούν περισσότερα από όσα αξίζουν.
ΑΘΗΝΑ: Γι αυτό όμως προοδεύουν κιόλας.
ΕΡΜΗΣ: Ίσως να είναι ένας από τους μικρούς λόγους, που λιγάκι τους αγαπάμε.
ΑΡΗΣ: Πράγματι, και εγώ όταν επέτρεπε ο πατέρας να εμφανιζόμαστε ελεύθερα μεταξύ των ανθρώπων, έπεφτα θύμα των αδηφάγων διαθέσεων των κοριτσόπουλων. Ορμούσαν επάνω μου και προσπαθούσαν να ξηλώσουν κομματάκια από την πανοπλία μου.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: (Μουρμουρίζει) για φυλαχτά σίγουρα…
ΗΡΑ: (Στον Άρη) και ερχόσουν πάντα στο σπίτι με σχισμένα ρούχα.
ΑΡΗΣ: Ε, μαμά…

Η Αφροδίτη τυλίγει στοργικά με το αριστερό χέρι, το κεφάλι τής Ήρας. Με το δεξί δίνει μία κατραπακιά στον Άρη.

ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Και σε εμένα! Όποτε με συναντούσε κάποια κοπελούδα, με ικέτευε πρώτα να τής απαγγείλω ποίηση! (Στον εαυτό του μουρμουρίζοντας) έχω απαγγείλει ποίηση, εγώ!
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Και μένα! Όλες οι μικρές γοργόνες τρέχουν πίσω από το άρμα μου και φυλάνε τον αφρό σε φιαλίδιο για να λούζουν μετά… τα λέπια τους.
ΕΡΜΗΣ: Και εμένα, όταν γινόμουν ορατός, μου ζητούσαν συμβουλές για το χρηματιστήριο και τα ταξίδια.

Η Αθηνά που άκουγε τους άλλους με περιφρόνηση, στρέφεται στον Ερμή έκπληκτη.

ΑΘΗΝΑ: Αφού δεν φτιάχθηκε ακόμα χρηματιστήριο. (Ο Ερμής σηκώνει απολογητικά τους ώμους.)
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Από εμένα ζητάνε πυροτεχνήματα για να διασκεδάζουν και συνταγές μαγειρικής…

Όλες οι θεές κοιτούν τους θεούς περιφρονητικά.

ΗΡΑ: (Αναφιλητό.) Όλοι οι άντρες ίδιοι είστε!
ΔΙΑΣ: Α, σε παρακαλώ τώρα. Μιλάς σε θεούς. Μη μας κατηγορείς για ανθρώπινες ιδιότητες.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Και μόνο τις θεές αγαπάμε. Στ’ αλήθεια!

Οι άρρενες θεοί κοιτάζονται και μετά κουνάνε επιβεβαιωτικά τα κεφάλια.

ΔΗΜΗΤΡΑ: (Στον Ήφαιστο) σου ζητάνε συνταγές μαγειρικής;
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Ω, ναι. Ησυχία δεν έβρισκα. Έφτιαξα λοιπόν ένα ομοίωμά μου – χωρίς τη γενειάδα (δείχνει τα γένια του) – και το έστειλα στη γη, να παραδίδει δημόσια μαθήματα μαγειρικής.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Καλά το σκέφτηκες.
ΔΙΑΣ: (Μόνος του) ορίστε. Έχασα και έναν υπηρέτη. Σε περίοδο έλλειψης προσωπικού!

Ο Δίας κτυπάει τα δάκτυλα προς την κεντρική είσοδο. Μπαίνει ο διαβιβαστής. Αρχίζει παντομίμα.

ΔΙΑΣ: (Τον κόβει.) Δεν φώναξα εσένα παιδί μου. Ωτακουστή ζήτησα.
ΔΙΑΒΙΒΑΣΤΗΣ: (Κάνει παντομίμα.)
ΔΙΑΣ: Το ξέρω ότι ήταν εδώ ένας παιδί μου. Στείλε έναν φρέσκο.
ΔΙΑΒΙΒΑΣΤΗΣ: (Κάνει παντομίμα και βγαίνει.)
ΗΡΑ: Δεν θέλω ν’ ακούσω άλλα.
ΔΙΑΣ: Α, όχι! Πριν φαγώθηκες να ακούσεις. Τώρα θα μείνεις για να δεις μέχρι τέλους, τι ωραία που είναι.
ΗΡΑ: (Αναφιλητό.)
ΕΣΤΙΑ: Ήρα, καλή μου δέσποινα, μην αφήνεις ένα τυχαίο, άτυχο περιστατικό να ρίχνει θλιβερή σκιά πάνω από το τραπέζι μας. Άκουσες ότι ο πατέρας μας είχε καλές εξηγήσεις…
ΗΡΑ: Ου, από δικαιολογίες αυτός και εξηγήσεις… Τις έχει πλάσει…
ΔΙΑΣ: Ααα… (Διακόπτει γιατί μπαίνει ο καινούργιος ωτακουστής.)

Ο καινούργιος ωτακουστής έχει ίδιο παρουσιαστικό και φοράει ίδια στολή με τον προηγούμενο και κουβαλάει ίδιο εξοπλισμό. Ρίχνει ολόγυρα μία ανήσυχη ματιά.

ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Μάλιστα, αφέντη.
ΔΙΑΣ: Ωτακουστή, έχω μερικές επικλίσεις ακόμα να ακούσω. Πέρασέ τες μου.
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Μάλιστα, κύριε.

Η Αφροδίτη, εδώ και λίγη ώρα, κοιτάει με σκεφτικό βλέμμα, τη Δήμητρα και τον Ήφαιστο.

ΑΦΡΟΔΙΤΗ: (Σιγά στον Άρη) αγάπη, γιατί κάνει τόσες γαλιφιές, ο Ήφαιστος στη Δήμητρα;
ΑΡΗΣ: (Σηκώνει τους ώμους. Γυρίζει στην Αθηνά) Γιατί κάνουν τόσες γλύκες ο Ήφαιστος και η Δήμητρα;

Η Αθηνά σηκώνει τους ώμους.

ΑΡΗΣ: (Στην Αφροδίτη) εσένα τι σε νοιάζει, μωρό μου;
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: (Αδιάφορα) ω!

Ο Άρης περνάει το χέρι του γύρω από τους ώμους τής Αφροδίτης. Στο αναμετάξυ ο Ωτακουστής πηγαίνει στο πηγάδι. Γονατίζει, καθαρίζει την άχνα με το χέρι του. Μυρίζει με το ένα χωνί, ακούει με το άλλο.

ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Υπάρχει ήδη μία γραμμή ανοικτή, δεσπότη, αλλά είναι για τον Απόλλωνα.
ΔΙΑΣ: Για τον Απόλλωνα;
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: ;… (Γνέφει ότι δεν καταλαβαίνει περί τίνος πρόκειται. Κάνει νόημα στον ωτακουστή να μιλήσει.)
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Είναι μία νέα κοπέλα από την Κόρινθο, ω θείε Απόλλωνα και τσεβδίζει ότι εσύ κυβερνάς τη σκέψη της και έφτασε η ώρα να ενωθεί μαζί σου και να τής διαβάσεις ποίηση…

Πάταγος από γέλια από όλους τους θεούς (και την Ήβη) εκτός από την Ήρα.

ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Στα πόδια της έχει έναν κουβαριασμένο, αραχνοΰφαντο χιτώνα…
ΔΙΑΣ: (Γελάει. Στον ωτακουστή) κλείσ’ την, κλείσ’ την!
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: (Κάνει και αυτός νόημα στον ωτακουστή να κλείσει τη «σύνδεση».)
ΑΘΗΝΑ: (Μουρμουρίζει) άκουσα καλά; Είπε και αυτός, «αραχνοΰφαντο»;
ΕΡΜΗΣ: Έλα βρε Αθηνά! Άσε πια ήσυχη την Αράχνη!

Ο Ωτακουστής έχει βγάλει το ραντιστήρι και ψεκάζει πάνω από το πηγάδι για να διώξει την προηγούμενη μυρωδιά. Στο αναμεταξύ ο Απόλλωνας έβγαλε με τρόπο ένα σημειωματάριο και σημείωσε βιαστικά κάτι κοιτώντας το πηγάδι.

ΔΙΑΣ: Επόμενη κλίση!
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Μάλιστα, ω Δία! (Ψάχνει.)
ΑΘΗΝΑ: (Στον Ερμή) πότε έγιναν ζευγάρι, η Δήμητρα με τον Ήφαιστο;
ΕΡΜΗΣ: Έγιναν ζευγάρι η Δήμητρα με τον Ήφαιστο;

Στο αναμεταξύ σιγά –σιγά η Ήρα συνέρχεται.

ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Ένας ξυλοκόπος από τη Φωκίδα, ω ιερότατε! Κλαίει δίπλα στο γαϊδούρι του που ψόφησε σήμερα το πρωί. Λέει ότι κάθε μέρα το φόρτωνε ξύλα που τα έκοβε στο δάσος και ζούσε έτσι την οικογένειά του. Τώρα η οικογένειά του θα πεινάσει. Κοιτάει με λαχτάρα, το γαϊδουράκι τού γείτονα που σήμερα ξύπνησε ακμαίο όπως κάθε πρωινό…
ΔΙΑΣ: Και τι ζητάει τώρα, ωτακουστή;
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Σε παρακαλεί, υπερουράνιε, να τού χαρίσεις έναν καινούργιο γάιδαρο.
ΟΛΟΙ: Α, ναι, βέβαια. / Γιατί όχι; / Δίκαιο αίτημα. / Άξιος! / Τίμιος άνθρωπος. / Πρέπει να αμειφθεί. / Να τού δώσουμε το γαϊδούρι. / Και ήταν υπόδειγμα συντομίας… / … και σαφήνειας. / Όχι σαν τον άλλο, τον Πολυκλή…
ΔΙΑΣ: Εντάξει, εντάξει. Θα τον έχει τον όνο του. Ερμή, σημείωσέ το και αυτό για αύριο!
ΕΡΜΗΣ: (Βγάζει το μπλοκάκι.) Εμ, σε ποιανού το όνομα να το καταχωρήσω, ω Δία;
ΔΙΑΣ: Ωτακουστή;!
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Παμμέγιστε, ο άνθρωπος αυτός δεν είπε το όνομά του.
ΔΙΑΣ: Δεν το είπε;
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Όχι, υπέρλαμπρε.

Γενική αμηχανία.

ΔΙΑΣ: (Ξεφυσάει.) Άντε πάλι! Γνωρίζει κανένας αυτόν τον άνθρωπο; (Όλοι κουνούν αρνητικά τους ώμους.) Ερμή, εσύ;
ΕΡΜΗΣ: Όχι, πατέρα…
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Καλά, μα τον Κόττο, δεν έχει ξαναπροσευχηθεί αυτός;
ΔΗΜΗΤΡΑ: Προφανώς, δεν καλεί τους θεούς του για ματαιότητες.
ΔΙΑΣ: Και σας έχω πει τόσες φορές, να λέτε στους ναούς σας, να λένε στους πιστούς να αναφέρουν το όνομά τους πριν και μετά από κάθε προσευχή!
ΗΡΑ: Ε! (Δείχνει με το χέρι της, τον ίδιο το Δία.)
ΔΙΑΣ: Εντάξει, εντάξει. Αυτή τη φορά, ένας δικός μου ξαστόχησε.
ΕΣΤΙΑ: Το κάνουν από ταπεινότητα, ω Δία, να μην αναφέρουν το όνομά τους.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Λες και εμείς πρέπει να τους ξέρουμε έναν προς έναν, Εστία…
ΔΙΑΣ: Ερμή, εσύ που έχεις πάρε –δώσε με ξυλοκόπους, φρόντισε να έχεις τα αυτιά σου ανοικτά για αυτόν. Ή όταν τού κόψει να ξαναπροσευχηθεί, δες ποιος είναι και κάνε τα δέοντα.
ΕΡΜΗΣ: Πάρε –δώσε με ξυλοκόπους, εγώ;
ΑΡΗΣ: Εσύ δεν έδωσες εκείνο το χρυσό και το αργυρό τσεκούρι στον άλλο ξυλοκόπο;
ΕΡΜΗΣ: Άντε πάλι! Δεν ήταν χρυσό και αργυρό, σάς έχω πει! Ο Αίσωπος ότι ήθελε διηγότανε. Βαμμένα χρυσαφί και ασημί ήταν μόνο.

Θυμηδία από μερικούς και απορία από άλλους.

ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Χα, χα, τον ξεγέλασες τον άνθρωπο.
ΑΡΗΣ: Απατεώνας κανονικός.
ΕΡΜΗΣ: Καλά, ήταν ποτέ δυνατό, να δώσω ολόκληρο χρυσό τσεκούρι σε έναν πάμφτωχο άνθρωπο; Πρώτον: που να το βρω τόσο χρυσάφι; Δεύτερον: αν έκανα τέτοια, θα ‘ρχότανε τα πάνω –κάτω, η τιμή τού χρυσού. Τρίτον: ο άνθρωπος θα καταστρεφόταν, ασυνήθιστος με τόσο πλούτο ξαφνικά στα χέρια του.
ΔΙΑΣ: Τέλος πάντων.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Τέλος πάντων, εγώ λέω όσους κάνουνε ανώνυμες ικεσίες να τους αγνοούμε για να μάθουνε. Δεν θα τρέχουμε από πίσω τους τώρα.
ΔΙΑΣ: Όχι, όχι, γιατί μετά θα πάρουν το πάνω χέρι οι μεμψίμοιροι, εκείνοι που όλη μέρα μυκτηρίζουν για το ίδιο πράγμα και λένε το όνομά τους συνέχεια…
ΑΘΗΝΑ: Πράγματι…
ΕΡΜΗΣ: Λοιπόν, εγώ το σημειώνω… (Σημειώνει στο μπλοκάκι.)
ΔΙΑΣ: Ωραία. (Στον ωτακουστή) η επόμενη.
ΗΡΑ: Τσίκνα, δεν είχε καθόλου αυτός;
ΔΙΑΣ: Τι τσίκνα ήθελες να ‘χει, φτωχός βιοπαλαιστής;
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: (Γελώντας) θα μπορούσε να κάψει θάμνους τής περιοχής…

Η Άρτεμη αγριοκοιτάζει τον Ήφαιστο. Ο Δίας κάνει νόημα στον ωτακουστή να συνεχίσει.

ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Μάλιστα διαυγέστατε! (Καθαρίζει και ψάχνει.)
ΕΡΜΗΣ: (Στην Εστία) λες να κρατήσει καιρό, η σχέση τού Ήφαιστου με τη Δήμητρα; (Η Εστία πέφτει από τα σύννεφα. Σηκώνει τους ώμους της. Ο Ερμής στρέφεται προς την Αθηνά και τής γνέφει ελαφρά προς τη Δήμητρα και τον Ήφαιστο. Σιγά) ίσως να μην είναι αυτό που νομίζεις. Ίσως θέλουν να επαναδιαπραγματευτούν τις περιοχές τους στη Σικελία.

ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Μα, εκεί κάτω… νομίζω ότι βλέπω τον συνάδερφό μου, ω υπεροχότατε!
ΔΙΑΣ: Ναι, ναι. Εργατικό ατύχημα ήταν… Πρόσεχε, μη γλιστρήσεις και ‘συ.
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Ό,τι πείτε, υπερηχητικότατε. (Συνεχίζει το ψάξιμο.)

Ο Ποσειδώνας πέφτει σε κατάθλιψη.

ΔΙΑΣ: (Κουνάει το δάκτυλο προς τον Ήφαιστο) έι, εσύ! Δεν μου λες. Όταν αυτός (δείχνει τον ωτακουστή) φτάνει στο «υπεροχότατε» μετά δεν πρέπει να ξαναρχίζει από την αρχή;
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: (Κουνάει τα χέρια αδύναμα και συμφωνεί με το κεφάλι.) Έι, ωτακουστή.
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Μάλιστα…
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Μηδένισε τη λίστα με τις προσφωνήσεις!
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: (Πιέζει με το δάκτυλο, ένα σημείο στο στήθος του.) Μάλιστα. (Συνεχίζει να ψάχνει.)
ΑΘΗΝΑ: (Στον Άρη) ίσως ετοιμάζει ο Ήφαιστος κάποιο πατατράκ στην Αίτνα και θέλει να την έχει από κοντά.
ΑΡΗΣ: ;…
ΑΘΗΝΑ: Τη Δήμητρα!
ΑΡΗΣ: (Γνέφει: «α!»)
ΔΙΑΣ: (Στον Ποσειδώνα) εσύ τι έπαθες;
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Θυμήθηκα τα δελφίνια… τόση ώρα έσπαγα το κεφάλι μου. Έχουν και τέταρτο αίτημα. Κάτι που έχει σχέση με το «εργατικό ατύχημα» που είπες πριν… Δεν το έχω καλοκαταλάβει…
ΔΙΑΣ: Καλά… Σαν να μου φαίνεται ότι δίκιο είχε ο Απόλλωνας…
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Υπάρχει μία επίκλιση από την Αθήνα, αφέντη. Και έχει και τσίκνα… (Ανεμίζει με τη βεντάλια προς το μέρος τού Δία.) Είναι ο φυσιοδίφης Μαντεψίας από μία στοά επιστημόνων στην Αθήνα…
ΔΙΑΣ: (Μουρμουρίζει) αυτοί είναι οι χειρότεροι…
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: (Οσμίζεται) μα τι είδους τσίκνα είναι αυτή;
ΗΡΑ: Πράγματι…
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Συκωτάκια πουλιών!

Ο Δίας γνέφει ερωτηματικά στον ωτακουστή.

ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: (Κοιτάει μέσα στο πηγάδι.) Έχει θυσιάσει έναν κόκορα, κύριε!

Γέλια.

ΔΙΑΣ: Σας τό ‘πα, είναι οι χειρότεροι…
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Πάντως πλούσιοι δεν είναι.

Η Αθηνά δυσανασχετεί.

ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: … λέει ότι είναι ένας άοκνος, ολιγαρκής ερευνητής, δεσπότη. Όλες τις μέρες τού χρόνου μελετάει τα θαύματα τού κόσμου, που η σοφία σου έπλασε, ω Δία. Και είχε για βοηθό σε αυτό το μεγαλόπνοο έργο, έναν ποστντόκ…
ΔΗΜΗΤΡΑ: Δία μου!
ΗΡΑ: Έναν τι;
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Να τα μας!…
ΑΘΗΝΑ: (Παρεμβαίνει) είναι ένας βαθμός για τους βοηθούς επιστημόνων. Είναι πρώην δούλοι ερευνητές, που πρόσφατα απελευθερώθηκαν και προσπαθούν να ορθοποδήσουν.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Πα, πα, πα…
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Τι κακόηχη λέξη.
ΑΘΗΝΑ: Τού συρμού είναι. Μην ανησυχείτε, θα την ξεχάσουν σε λίγα χρόνια.

Ο Δίας κάνει νόημα στον ωτακουστή.

ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Σήμερα το πρωί όμως, ο ποσντόκ του ψόφησε, ω Δία. Αντίθετα, ο ποστντόκ τού φυσιοδίφη Μαγειρίδη, στην απέναντι στοά, χαίρει άκρας υγείας.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Α, τον ξέρω τον φυσιοδίφη Μαγειρίδη! (Οι άλλοι τον κοιτούν επιτιμητικά.)
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: … Τώρα, ο Μαντεψίας φοβάται ότι ο Μαγειρίδης θα τον προλάβει και θα κάνει πρώτος, ανακοινώσεις στην Πνύκα στην επόμενη συνεδρία τής συντεχνίας τους…
ΔΙΑΣ: Χμμμ…
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Τώρα, ιερότατε, ο Μαντεψίας ανακατεύει τα σπλάχνα αυτού τού υπέροχου κόκορα και αναρωτιέται αν το έργο του θα προλάβει να ολοκληρωθεί για να σε τιμά στους αιώνες, ω Δία!
ΔΙΑΣ: Χμμμ… Και τι ζητάει;
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Να ψοφήσει και ο ποστντοκ τού Μαγειρίδη, υπερουράνιε!

Οι θεοί συμφωνούν με ενθουσιασμό.

ΘΕΟΙ ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑ: Ναι, ναι! / Μπράβο, μπράβο! / Εύγε! / Άξιος. / Να ψοφήσει! (Χειροκροτήματα.)
ΔΙΑΣ: (Τους κόβει) μα τι λέτε; Είστε καλά; Παρακαλάει για το κακό ενός συνανθρώπου του και τον επιβραβεύεται;!
ΘΕΟΙ εκτός τού ΔΙΑ: (Μουδιασμένα) αα… / Α, ναι, δεν το σκέφτηκα. / Κοίτα πώς μας παρέσυρε! / Γιατί όχι; / Μας διέφυγε… / Πολύ πονηρός αυτός ο Μαντεψίας! / Σοφιστής σκέτος!
ΔΙΑΣ: (Μουρμουρίζει μόνος του) να χαρώ εγώ, συναδέρφους που έχω… (Δυνατά) για σωπάστε!
ΑΡΗΣ: Πώς να σωπάσουμε, πατέρα; Τόλμησε να ζητήσει από ‘σένα τέτοιο πράγμα…
ΔΙΑΣ: Άρη, σταμάτα…
ΗΡΑ: Εδώ που τα λέμε, πράγματι. Έκανε και παράκαμψη ιεραρχίας. Έπρεπε πρώτα να απευθυνθεί στην Αθηνά.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: (Ειρωνικά) ήτανε θέμα ζωής ή θανάτου…
ΑΡΤΕΜΗ: Και πήγε στο Δία μ’ ένα τόσο δα κοτοπουλάκι!…
ΔΙΑΣ: (Στον Ωτακουστή) τι άλλο λέει αυτός, παιδί μου;
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Δεν λέει τίποτε άλλο παμμέγιστε! (Κοιτάζει) ξεκοκκαλίζει τώρα τον κόκορα!
ΔΙΑΣ: Κλείσ’ τον! Και θα ρίχνω χαλάζι πάνω στη στοά του, τρεις ημέρες!
ΑΘΗΝΑ: Θα πρέπει πάντως να σας θυμίσω ότι οι ερευνητές και οι σοφοί έχουν μικρά έσοδα.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Στην Αθήνα τού Περικλή;
ΑΘΗΝΑ: Σε σχέση με τους τεχνίτες και τους καλλιτέχνες παίρνουν ψιχία.
ΔΙΑΣ: Αυτός δεν είναι λόγος για να ‘λληλοσφάζονται… Ωτακουστή, έχει τίποτε ακόμα;
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: (Ραντίζει πάνω από το πηγάδι και μετά ψάχνει.) Αναζητώ, υπέρλαμπρε… Μμμ… όχι, μόνο ο συνηθισμένος θόρυβος… «Δία μου, η μέση μου», «Δία μου, τι λέει ετούτος;», «Δία μου, το ξέχασα…», «μα τον Δία, αν σου λέω ψέματα, να μου μεγαλώσει η μύτη…», «Δία μου, ζέστη!», «Δία μου, τι όμορφος που είσαι!»…
ΗΡΑ: (Τον κόβει. Φωνάζει) ποια τού το είπε αυτό;
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Όχι, δεν το είπε στο Δία. Μία νιόπαντρη είναι και το είπε στον άντρα της. Το «Δία μου» ήταν απλά επιφώνημα.

Ο Δίας κοιτάει όσο μπορεί πιο ειρωνικά την Ήρα. Εκείνη απαξιεί.

ΑΘΗΝΑ: (Σιγά στον Ερμή) εσύ έλεγες ότι θα βαρεθούμε;
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: … Να συνεχίσω, διαυγέστατε;
ΔΙΑΣ: Όχι, παιδί μου. Αρκετά άκουσα. Κλείσε το πηγάδι και θα συνεχίσουμε το βράδυ.
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Όπως επιθυμείτε υπεροχότατε.

Ο ωτακουστής σφραγίζει προσεκτικά το πηγάδι. Ο Δίας τον παρακολουθεί σκεφτικός.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Τελικά, δεν ήταν και τόσες πολλές οι προσευχές.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Φταίει η ώρα. Το βράδυ δεν τους προλαβαίνουμε.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Σε εσάς, Ποσειδώνα, στη θάλασσα, πότε έρχονται οι περισσότερες επικλίσεις;
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Α, όλη την ημέρα από καράβια που βυθίζονται και στο σούρουπο ιδιαίτερα, από αυτούς που βγαίνουν για ψάρεμα και από τις οικογένειές τους που παρακαλούν να γυρίσουν…
ΑΘΗΝΑ: Πάντως εμείς εδώ, χάνουμε ένα σωρό επικλίσεις, τις ώρες αιχμής.

Στο μεταξύ ο ωτακουστής κατευθύνεται προς τη έξοδο.

ΔΙΑΣ: (Μόνος του) εγώ θέλω κάτι να διαπιστώσω. (Στον Ωτακουστή) ωτακουστή!
ΩΤΑΚΟΥΣΤΗΣ: Στις προσταγές σας, υπερηχητικότατε!
ΔΙΑΣ: (Καταβεβλημένος) μην πεις τίποτ’ άλλο παιδί μου. Απλώς φύγε.

Ο Ήφαιστος προσπαθεί να χαμογελάσει. Ο Ωτακουστής φεύγει.

ΕΡΜΗΣ: (Μόνος του) πού το βρήκε το «υπερηχητικότατε»;
ΔΙΑΣ: (Το βλέμμα του πέφτει στην Ήβη.) Ήβη, κόρη μου, το τραβήξαμε πολύ σήμερα. Κάθεσαι και ‘συ εδώ και σ’ έχουμε κουράσει.
ΗΒΗ: Όχι, πατέρα.
ΗΡΑ: Θέλει να ζητήσει κανείς, κάτι άλλο από την κουζίνα; (Οι περισσότεροι γνέφουν αρνητικά. Ο Άρης κάτι ετοιμάζεται να πει, αλλά τον αγριοκοιτάζει και μιλάει πριν από εκείνον.) Ήβη, καλή μου, άντε να ξεκουραστείς.
ΗΒΗ: (Σηκώνεται) και το νέκταρ;
ΕΣΤΙΑ: Μην ανησυχείς, κοκώνα μου, μπορούμε πια να σερβιριζόμαστε μόνοι μας. Μόνο, δώσε μου τον αμφορέα. Άντε για να δεις και το σύζυγό σου που τόσο έτρεξε για να σε συναντήσει.
ΗΒΗ: (Κοκκινίζει. Πλησιάζει και δίνει τον αμφορέα στην Εστία.) Θα με χρειαστείς αργότερα, θεία;
ΕΣΤΙΑ: Όχι, καλή μου, μη νοιάζεσαι.
ΑΡΗΣ: (Μεγαλόψυχα) έχεις και εσύ ένα σπίτι να νοικοκυρέψεις, Ηβάκι.

Η Ήρα κτυπάει το χέρι προς την κουζίνα. Ενόσω, η σκηνή συνεχίζεται, από την κουζίνα έρχεται ένας υπηρέτης, παίρνει το τρίποδο δίπλα από το κάθισμα τής Ήβης και το πηγαίνει πίσω από το τραπέζι, μεταξύ τής Εστίας και τού Ερμή. Εκεί η Εστία τοποθετεί τον αμφορέα με το νέκταρ. Μετά ο υπηρέτης μαζεύει το ποτήρι τής Ήβης, το βάζει σε μία τσέπη τού χιτώνα του, σηκώνει στην αγκαλιά του το σκαμνί τής Ήβης και φεύγει προς την κουζίνα.
Στη συνέχεια τού έργου, σε τακτά χρονικά διαστήματα, ο αμφορέας θα ταξιδεύει από χέρι σε χέρι, μεταξύ των θεών και εκείνοι θα σερβίρονται μόνοι τους. Γενικά, οι θεοί θα σερβίρουν ιπποτικά τις θεές και μερικές φορές, οι νεότεροι τους πρεσβύτερους.

ΗΒΗ: Σας χαιρετώ, ω θεοί. Καλήν εσπέρα.

ΘΕΟΙ: Χαίρε! / Χαίρε Ήβη! / Σ’ ευχαριστούμε. / …
ΑΡΗΣ: Χαίρε αδερφάκι.
ΗΒΗ: (Προχωράει προς την κεντρική πόρτα) χαίρε μαμά.
ΗΡΑ: Χαίρε, Ηβούλα μου. (Τής χαϊδεύει το χέρι.)
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Έλα να σου δώσω έναν αποχαιρετιστήριο ασπασμό, ανεψούλα μου.
ΔΙΑΣ: (Πετάγεται) όχι, δεν χρειάζεται να την φιλάμε όλοι μας. Δεν θα κάνουμε δα, καιρό να την ξαναδούμε… Να, θα την ασπαστώ εγώ, εκ μέρους όλων.

Ο Δίας προλαβαίνει την Ήβη, όσο είναι ακόμα ανάμεσα σε εκείνον και στην Ήρα. Την πιάνει γερά, εκείνη αμήχανη σκύβει και τής δίνει ένα πατρικό φιλί στο μάγουλο. Μετά τρυφερά την σπρώχνει προς την έξοδο. Η Ήβη βγαίνει. Ο Δίας γυρίζει και κοιτάει βλοσυρά τον Ποσειδώνα. Εκείνος λύνεται στα γέλια. Οι άλλοι θεοί απορούν.