Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2008

Σκηνή 2η: Ο Ηρακλής


[ ... συνέχεια απο την προηγούμενη ανάρτηση.]


Μπαίνει από την κύρια είσοδο ένας υπηρέτης. Πλησιάζει το Δία και υποκλίνεται.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ: Δία πατέρα, έφτασε ο Ηρακλής στο παλάτι.

Όλοι ξαφνιάζονται. Η Ήβη ανασηκώνει με χαρά το κεφάλι της.

ΔΙΑΣ: Ε; (Σκέφτεται.)
ΗΡΑ: Γύρισε;
ΔΙΑΣ: (Στους άλλους) τον είχα στείλει στη δύση να φτιάξει μερικές ακόμα Στήλες. (Στον υπηρέτη) έξω είναι;
ΥΠΗΡΕΤΗΣ: Είναι στο λουτήρα, ω Δία. Ήθελε να καθαριστεί πριν ζητήσει να παρουσιαστεί μπροστά σου.
ΔΙΑΣ: Ε, κάλα, πες του να ‘ρθει.

Ο υπηρέτης φεύγει.

ΗΡΑ: (Χαμηλόφωνα) γιατί δεν τού είπες να φτιάξει και αλλού Στήλες;
ΔΙΑΣ: Μα τι λες, Στήλες στη στεριά δεν γίνεται.
ΗΡΑ: Ε, ας τού ζητούσες να κάνει κάτι άλλο.
ΔΙΑΣ: Μέχρι τώρα τού έχω αναθέσει 3561 άθλους. Και τους έκανε όλους.
ΗΡΑ: …
ΔΙΑΣ: (Λίγο πιο δυνατά) μακάρι και άλλοι εδώ μέσα, να υπάκουαν τόσο πρόθυμα, όταν τους ζητούσα κάτι.
ΑΘΗΝΑ: (Ξαφνικά) τα φαγητά!

Αναταραχή μεταξύ των θεών.

ΔΙΑΣ: Ωχ! (Κτυπάει τα χέρια του προς την κουζίνα – σπεύδουν αμέσως οι υπηρέτες.)
ΗΡΑ: (Στους υπηρέτες) γρήγορα, μαζέψτε τις πιατέλες.

Οι υπηρέτες υπακούν, μερικοί θεοί χώνουν τα πιάτα τους κάτω από το τραπέζι. Η Εστία παρακολουθεί έκπληκτη να τής παίρνουν το πιάτο. Ο Άρης μπουκώνεται όσο μπορεί και αρπάζει ένα μπούτι πάπιας πριν πάρουν το πιάτο του. Η Ήβη τούς κοιτάει έκπληκτη.

ΗΡΑ: Ώρα για την αμβροσία.

Ο Δίας χαμογελάει ένοχα στην Ήβη και τής κάνει νόημα με το χέρι να μην πει τίποτα. Η Ήβη σηκώνεται από το σκαμνί και περιμένει. Μπαίνει ο Ηρακλής από την κεντρική είσοδο. Ο Άρης μπουκώνεται ολόκληρο το μπούτι και για αρκετή ώρα θα προσπαθεί να μασήσει και να καταπιεί.

ΗΡΑΚΛΗΣ: Σε χαιρετώ Δία, πατέρα. Σας χαιρετώ όλους, ω ουράνιοι θεοί!
ΔΙΑΣ: Καλώς τον!
ΗΡΑ: Καλώς όρισες.

Όλοι χαιρετάνε κουνώντας τα κεφάλια δήθεν πολύ εγκάρδια. Η Αθηνά είναι η μόνη που κοιτάει τον Ηρακλή με θαυμασμό και ενδιαφέρον. Η Αφροδίτη τον «μετράει». Η Εστία και η Δήμητρα παραμένουν απόμακρες. Οι υπόλοιποι πέντε θεοί τον κοιτούν σαν κάτι αξιοπερίεργο και ξένο.

ΑΡΤΕΜΗ: Μας έλειψες!
ΔΙΑΣ: Πώς πήγε το ταξίδι;
ΗΡΑΚΛΗΣ: Έκανα όπως με πρόσταξες, ω Δία, πατέρα. Δέκα ακόμα Στήλες ψηλές όσο ο Ελικώνας ορθώνονται τώρα στο τέλος τής δύσης για να μακαρίζουν οι άνθρωποι, τη δόξα σου.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: (Κακαριστά) χα, χα, χα. Θα μπερδευτεί η Ουρανία και θα πέσει επάνω τους.
ΔΙΑΣ: Μα τελείωσες κιόλας; Πώς μπόρεσες τόσο γρήγορα;
ΗΡΑ: Μπράβο, Ηρακλή. Και ‘σένα σού αξίζουν οι μεγαλύτεροι έπαινοι. Αλήθεια, πώς φαίνεται τώρα το άκρο τής δυτικής γης; Είναι αρκετές οι κολόνες για να τιμάται ο πατέρας, όπως τού αρμόζει;
ΗΡΑΚΛΗΣ: Δεν χωράει ούτε μισή ακόμα, θεά μου. Τις έχω βάλει δίπλα –δίπλα και έχουν χωρίσει σχεδόν τον Πόντο από την εσωτερική θάλασσα.

Η Ήρα χαμογελάει παγωμένα.

ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: (Πνιχτά, στην Άρτεμη) ώρα λοιπόν, να καταποντίσουμε μερικές.
ΔΙΑΣ: (Μουρμουρίζει) να δούμε τι θα πει ο Ωκεανός, γι αυτό. (Στον Ηρακλή) είσαι άξιος Ηρακλή. Όμως, κάτσε μαζί μας αφού επιστρέφεις από τόσο μακρινό ταξίδι και θα ‘σαι κουρασμένος από τον αγώνα.
ΗΡΑ: Βέβαια, ότι τελειώναμε το γεύμα μας. (Κτυπάει τα χέρια και μιλάει προς την κουζίνα) φέρτε ένα ποτήρι και νέκταρ για τον Ηρακλή!
ΔΙΑΣ: Είναι εδώ και η γυναίκα σου η Ήβη, Ηρακλή.

Ο Ηρακλής κοιτάει την Ήβη και αφήνει το πρόσωπό του να φωτιστεί. Πηγαίνοντας από αριστερά, φτάνει στο μπροστινό μέρος τής σκηνής. Αγκαλιάζονται με την Ήβη και κοιτιούνται γλυκά.

ΗΡΑΚΛΗΣ: Τι κάνεις εσύ εδώ;
ΗΒΗ: Ο Γανυμήδης είναι σε διακοπές και μού ζήτησε ο πατέρας να τον αντικαθιστώ όσο θα λείπει. Επειδή ξέρω τη δουλειά.
ΗΡΑΚΛΗΣ: Ο Γανυμήδης είναι σε διακοπές;
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Κατέρρευσε από υπερκόπωση.
ΔΙΑΣ: (Ενώ γεμίζει το ποτήρι του με κρασί) τού Απόλλωνα διάγνωση. Τον έστειλα λοιπόν στην Υπερβορεία για κούρα και ξεκούραση.
ΕΡΜΗΣ: Τώρα μαθαίνει χιονοσανίδα στο χιονοδρομικό κέντρο.
ΗΡΑΚΛΗΣ: Α, ναι; Άκουσα ότι είναι και ο Προμηθέας, εκεί.

Στο αναμεταξύ ένας υπηρέτης φέρνει ένα ποτήρι στον Ηρακλή και μετά φεύγει. Η Ήβη τού σερβίρει νέκταρ.

ΑΡΤΕΜΗ: Πού το άκουσες;
ΗΡΑΚΛΗΣ: Ανάμεσα στους ανθρώπους. Στη δύση.
ΑΘΗΝΑ: (Θορυβημένη) πώς έμαθαν οι άνθρωποι πού βρίσκονται οι αθάνατοι;

Ο Άρης φαίνεται ότι θέλει να μιλήσει αλλά δεν μπορεί επειδή είναι μπουκωμένος ακόμα.

ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Τις τελευταίες ημέρες, ο αετός σου Δία, πετούσε συχνά στα δυτικά.
ΔΙΑΣ: (Αυστηρά) αυτό αποκλείεται.
ΑΘΗΝΑ: (Μουρμουρίζει) θα το φάει το κεφάλι του.
ΕΡΜΗΣ: (Μουρμουρίζει) τι ζηλιάρης που είναι, μα τον Δία.
ΑΘΗΝΑ: Τι εννοείς;
ΕΡΜΗΣ: Τού βάζει λόγια, επειδή ο αετός πετάει καλύτερα από εκείνον.

Ο Ηρακλής πίνει. Τον συνοδεύουν ο Δίας, μερικοί θεοί και η Ήβη. Κοιτάζονται γλυκά με την Ήβη.

ΗΡΑ: (Στο Δία) γιατί ασχολείται ο Γανυμήδης με παρακατιανά αθλήματα; Τη χιονοσανίδα την επινόησαν οι ημίθεοι που δεν μπορούν να πετάξουν.
ΔΙΑΣ: Τώρα όλοι κάνουν…
ΕΣΤΙΑ: (Κατευναστικά) μπορεί ο ίδιος ο Προμηθέας να το είπε σε κάποιον προστατευόμενό του.
ΗΡΑ: (Δυνατά) όμως τη χιονοσανίδα την διατηρούμε μόνο θεϊκό αγώνισμα, έτσι; Απαγορεύεται στους θνητούς…
ΑΡΗΣ: (Προσπαθώντας να καταπιεί ταυτόχρονα) και βέβαια.
ΑΡΤΕΜΗ: Λέτε, ο Προμηθέας να δώσει το μυστικό τής χιονοσανίδας στους ανθρώπους;
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Σιγά μην δώσει και την πίτσα στους ανθρώπους.

Ο Άρης βήχει και πνίγεται. Συνεχίζει να βήχει και να κάνει χειρονομίες. Οι άλλοι θεοί μουρμουρίζουν, ανακινούνται στα καθίσματά τους και η ατμόσφαιρα χαλαρώνει. Η Αφροδίτη προσπαθεί να τον κτυπήσει αδέξια στην πλάτη.

ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Ανθρωπάκος, ανθρωπάκος!

Οι θεοί παρακολουθούν μειδιώντας ή αδιάφορα. Η Ήβη είναι στεναχωρημένη και αμήχανη. Ο Ηρακλής αφήνει το ποτήρι του στην Ήβη και πλησιάζει αργά από το πίσω μέρος τού τραπεζιού, τον Άρη.

ΗΦΑΙΣΤΟΣ: (Στη Δήμητρα) πριν λίγο καιρό επινόησα έναν τύπο χιονοσανίδας με αρμοσμένα καρούλια από κάτω. Θα μπορεί να κυλάει στο στεγνό έδαφος.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Τον καημένο τον Άρη.
ΗΡΑ: Μην τον κτυπάς, Αφροδίτη. Ασ’ τον μόνο του.
ΔΙΑΣ: Δώστε του να πιει λίγο κρασί.
ΑΘΗΝΑ: Καλέ, τι να πιει; Έχει φράξει το λαρύγγι του.
ΑΡΤΕΜΗ: Πείτε του να αναπνέει από τη μύτη.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: (Στη Δήμητρα) θα το ονομάσω αρματοσανίδα.

Η Αθηνά και η Αφροδίτη στηρίζουν τον Άρη που πνιγμένος έχει μισοσηκωθεί. Ο Ηρακλής έχει φτάσει από πίσω του. Τυλίγει τα χέρια του γύρω από τον Άρη και τού πιέζει απότομα το διάφραγμα. Από το στόμα τού Άρη πετάγεται ένα κόκκαλο και ο ίδιος σωριάζεται εξαντλημένος στην καρέκλα.
Η Ήβη είναι κατακόκκινη από ντροπή. Αφήνει τα ποτήρια δίπλα στο κάθισμά της. Η Αφροδίτη προσπαθεί να τον συνεφέρει.

ΑΘΗΝΑ: (Στην Αφροδίτη) δεν πρέπει να τού κάνεις λαχτάρες με την πίτσα.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: (Περιπαιχτικά) για σκέψου να πνιγόταν ένας θεός!
ΗΡΑΚΛΗΣ: (Κινούμενος προς το μέρος τού Δία) ο Δίας, ο πατέρας των θεών, δεν θα άφηνε ποτέ να συμβεί κάτι τέτοιο.
ΗΡΑ: Ο Δίας, ο πατέρας των θεών (με νόημα) και των ανθρώπων, έχει προστατέψει στο παρελθόν πολλούς από το Θάνατο και την Τύχη.

Ο Δίας ακούει εκνευρισμένος.

ΑΦΡΟΔΙΤΗ: (Φουρκισμένη, στον Άρη) είναι η τρίτη φορά που σε ρεζιλεύει ο Ηρακλής.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: (Ειρωνικά, στη Δήμητρα) είναι η τρίτη φορά που τον ρεζιλεύει ο Ηρακλής.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: (Δήθεν απορώντας) μα τι ήταν αυτό που σού στάθηκε, Άρη;
ΕΡΜΗΣ: Με κόκκαλο πάπιας μοιάζει.
ΑΡΤΕΜΗ: (Κρυφογελώντας προς τον Απόλλωνα) δεν θέλει να ‘σαι μάντης για να το καταλάβεις.

Ο Άρης έχει συνέλθει. Όλοι προσπαθούν να ξεπεράσουν το επεισόδιο. Ο Ηρακλής προχωράει αργά πίσω από την πτέρυγα τής Δήμητρας προς το μπροστινό μέρος τής σκηνής.

ΗΡΑ: (Μουρμουρίζει στο Δία) να ‘χεις το νου σου με τον Προμηθέα, Δία.
ΔΙΑΣ: (Σιγά) αποκλείεται. Μιλημένα, ξηγημένα. Υποσχέθηκε ότι δεν θα κάνει άλλες κουζουλιές.
ΗΡΑ: Προκειμένου να μας μπει αυτός στο ρουθούνι…
ΔΙΑΣ: (Ξεροβήχει δυνατά) δεν μας είπες όμως Ηρακλή: τι κάνουν όλοι αυτοί οι λαοί που είδες, στη δύση;
ΗΡΑΚΛΗΣ: Ότι έκαναν συνήθως, ω Δία. (Σκέφτεται.) Κτίζουν πόλεις και συναθροίζονται. Δουλεύουν όλη μέρα και χύνουν τον ιδρώτα τους, μέχρι ο ήλιος να οδηγήσει το άρμα του πίσω από τα πιο πέρα βουνά. Τη νύχτα κοιμούνται αποκαμωμένοι και σίγουροι ότι έζησαν όπως έπρεπε. Κλαίνε και ματώνουν, μα όταν μπορούνε, χαίρονται και αγαπάνε πολύ τη ζωή και φοβούνται τον Άδη.
Σε σέβονται και προσεύχονται σε ‘σένα. Κτίζουν ναούς, προσφέρουν θυσίες σε εσένα και σας τους άλλους θεούς και μακαρίζουν να είναι η γνώμη σας καλή για εκείνους. Οργώνουν τη γη…

Οι θεοί βαριούνται το λόγο τού Ηρακλή. Κοιτάζονται κλεφτά, ο Ερμής εξετάζει το κουτάλι του, η Αφροδίτη τυλίγει μία τούφα της σε μπούκλα, ο Δίας προσπαθεί να δείχνει βαθυστόχαστος.

ΗΡΑΚΛΗΣ: … και δεν ξεχνούν ποτέ, το πρώτο σιτάρι από το θερισμό και ο πρώτος μούστος από τον τρύγο να χυθούν σε σπονδή στη θεά Δήμητρα και στο Διόνυσο και στον Απόλλωνα. Και άμα κάποια συμφορά μεγάλη τούς κτυπήσει, ζητούν να βρούνε σε τι φταίξανε και ξεσήκωσαν την οργή σας. Έπειτα μαζεύουν τις πέτρες από τα ερείπια, τις κόβουν ξανά και κτίζουν πάλι πολιτείες.

ΗΡΑ: Καλά βρε, Ηρακλή, όλα αυτά τα είδες μέσα σε λίγες ημέρες;
ΗΡΑΚΛΗΣ: Χρόνια, σεβαστή Κυρά μου, ταξιδεύω, εκτελώντας τις προσταγές τού πατέρα και κάθε φορά βλέπω σε κάθε τόπο, κάποια από αυτά να υφαίνονται.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: (Μασουλώντας) και μήπως παρατήρησες κάτι ξεχωριστό να υφαίνεται σε αυτό το ταξίδι;

Ο Ερμής και η Αθηνά αρχίζουν να ψιθυρίζουν μεταξύ τους.

ΕΡΜΗΣ: (Εκνευρισμένος) τι τον ρωτάνε, τώρα;
ΑΘΗΝΑ: Γιατί όχι;
ΕΡΜΗΣ: Αφού υποτίθεται ότι όλα αυτά, εμείς εδώ τα ξέρουμε.
ΑΘΗΝΑ: Υποτίθεται! Σάματις ποιος ασχολείται πια από εμάς με τα όσα συμβαίνουν στους ανθρώπους;
ΗΡΑΚΛΗΣ: Ίσως. Είδα ανήσυχους νομάδες στους δρόμους που συνδέουν τις πόλεις.
ΕΡΜΗΣ: (Δείχνει το παράθυρο) όποιος θέλει, μπορεί να σκύψει και να κοιτάξει κάτω στη γη, τα όσα συμβαίνουν…
ΑΘΗΝΑ: … ναι, αλλά κανείς δεν το κάνει! Εμπιστευόμαστε τα όσα μάς λένε οι διάφοροι καλοθελητές για τον έξω κόσμο και μετά όταν σκάνε τα λούπινα, μάς έρχεται ακροκέραμο.
ΕΡΜΗΣ: Ένας λόγος παραπάνω, να μην ρωτάνε τον Ηρακλή.
ΑΘΗΝΑ: (Θυμωμένα) ο Ηρακλής τουλάχιστον είναι αξιόπιστος.
ΗΡΑΚΛΗΣ: Στη Λιβύη, ο λαός ζητούσε επίμονα να μάθει νέα από τους μακρινούς τόπους τού βορρά και τού νότου.

Ο Άρης σκύβει να ακούσει τη λένε η Αθηνά και ο Ερμής.

ΕΡΜΗΣ: Πάντως δεν έχεις δίκιο. Όλοι λίγο –πολύ ενδιαφερόμαστε για το τι γίνεται κάτω στη γη.
ΑΡΗΣ: (Μπαίνει στην κουβέντα τής Αθηνάς και τού Ερμή) έτσι κι αλλιώς, πια έχουν γίνει μυρμηγκιές οι θνητοί. Άλλη δουλειά δεν θα κάναμε παρά να τους παρακολουθούμε νύχτα –μέρα, αν θέλαμε να τους προλάβουμε όλους.
ΗΡΑΚΛΗΣ: Στη χώρα των Ιβήρων, μού φάνηκε πως στα πρόσωπα κάποιων νέων, είχαν χαραχτεί αποφάσεις…
ΑΡΗΣ: Και στο κάτω –κάτω γιατί να ασχολούμαστε με όλ’ αυτά;
ΑΘΗΝΑ: (Έκπληκτη) δεν το πιστεύω ότι λένε θεοί, τέτοια λόγια! Δεν καταλαβαίνετε;
ΗΡΑΚΛΗΣ: … όμως οι Ίβηρες είναι επιφυλακτικός λαός, μιλούσαν λίγο και δεν κατάλαβα τι αποφάσισαν.
ΑΘΗΝΑ: Ορίστε! Να γιατί.
ΑΡΗΣ: Ε, καλά. Άμα παραγίνουν φασαρίες κάπου, κάνει ο πατέρας, έναν τοπικό κατακλυσμό και ησυχάζουνε…
ΑΘΗΝΑ: Αμ, δε! Δεν κάνει πια…
ΕΡΜΗΣ: Εδώ που τα λέμε, καλά κάνει και δεν κάνει, γιατί μετά πάει πίσω το εμπόριο.
ΑΡΗΣ: Ε, υπάρχουν κι άλλοι τρόποι…
ΗΡΑΚΛΗΣ: Και σε όλες τις χώρες πάνω από τα δυτικά τής μεσόγειας Θάλασσας, συζητούσαν για τους Κέλτες και τις νέες αλήθειες που φέρνουν.
ΑΘΗΝΑ: (Σιγά αλλά με έντονο ύφος) εδώ μιλάμε για νέες θρησκείες, ανόητοι.

Ο Ερμής ανακάθεται ανήσυχος. Κάποιοι από τους άλλους θεούς, επίσης θορυβούνται.

ΗΡΑ: Νέες αλήθειες;
ΗΡΑΚΛΗΣ: …
ΔΙΑΣ: Τι αλήθειες φέρνουν οι Κέλτες;
ΗΡΑΚΛΗΣ: Το ξέρεις πατέρα μου, ότι είναι μυστικοπαθής λαός. Δεν έχω μιλήσει μαζί τους.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: (Μουρμουρίζει) κάτι σαν Ίβηρες, ένα πράμα…
ΗΡΑΚΛΗΣ: Άλλωστε δεν έμεινα πολύ. Βιαζόμουν να γυρίσω για να σού ανακοινώσω το πέρας τού έργου μου.

Οι θεοί μουρμουρίζουν μεταξύ τους.

ΕΣΤΙΑ: (Εμπιστευτικά στον Ερμή) για δες πόσο έχει αλλάξει ο Ηρακλής! Παλιά, μετά από κάθε του αποστολή, χασομερούσε άλλο τόσο σε ταξίδια και περιπέτειες. Αφότου όμως παντρεύτηκε την Ήβη και νοικοκυρεύτηκε, δεν βλέπει την ώρα να μαζεύεται σπίτι του, στη γυναίκα του!

Ο Ερμής χαμογελάει βιασμένα.

ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Ίσως πρέπει να θυμίσουμε εμείς στους λαούς εκείνων των περιοχών, κάποιες αλήθειες…
ΑΡΗΣ: Οι άνθρωποι, ουρά δεν έχουνε αλλά σαν τους μικρούς σκύλους φέρονται που κυνηγούν ολοένα την ουρά τους.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: (Μουρμουρίζει) ο Άρης το είπε όλο αυτό;
ΕΡΜΗΣ: Πρέπει σίγουρα να παρακολουθούμε πιο στενά τους ανθρώπους.
ΔΙΑΣ: Αρκεί, αρκεί. Ας μην συζητάμε τέτοια πράγματα τώρα και κουράζουμε τον ομόθεό μας, Ηρακλή.
ΗΡΑΚΛΗΣ: Όμως πατέρα, θέλω τώρα αλήθεια να πάω σπίτι μου, να δω τα υποστατικά μου και να ξαπλώσω στο δικό μου κρεβάτι, που καιρό τώρα μού έλειψε, όσο ευγενής και αν ήταν η φιλοξενία των άλλων λαών (ρίχνει μία ελπιδοφόρα ματιά στην Ήβη).
ΕΣΤΙΑ: (Στον Ερμή) είδες!; Τι σού έλεγα!;
ΔΙΑΣ: Να πας! Και πιο πολλά θα μου πεις άλλη ώρα.
ΗΡΑ: Σε ευχαριστούμε Ηρακλή για το έργο σου και για τα όσα μάς είπες. Ήβη, κόρη μου, συνόδεψε τον ήρωα μέχρι το άρμα του.

Η Ήβη με χαρά αφήνει τη θέση της.

ΗΡΑΚΛΗΣ: Σας χαιρετώ, ω θεοί. Σε χαιρετώ πατέρα.

Όλοι χαιρετούν τον Ηρακλή. Ο Ηρακλής και η Ήβη βγαίνουν. Μικρή παύση.

ΑΡΗΣ: (Ξεφυσάει) στομαχικοί θα γίνουμε εξ αιτίας τού Ηρακλή. Κάθε φορά αφήνουμε το φαγητό μας στη μέση.
ΗΡΑ: (Δεικτικά) είναι ο ετεροθαλής αδερφός σου, χρυσό μου. Πρέπει να τον σεβόμαστε.
ΔΙΑΣ: (Μουρμουρίζει) σιγά, μην δαγκώσεις τη γλώσσα σου, εσύ.
ΑΡΤΕΜΗ: Πολλοί άνθρωποι έχουν ξεχάσει την οργή των θεών.
ΔΙΑΣ: Πρώτα θα μάθουμε τι ακριβώς συμβαίνει στις χώρες τής Εσπερίας.
ΗΡΑ: Μα πώς αφήνουμε να μάς ξεφύγουν τέτοια πράγματα;
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Μπορεί ο Ηρακλής να έλεγε ότι τού κατέβαινε.
ΑΘΗΝΑ: Ο Ηρακλής πάντα προσέχει τι λέει.
ΕΡΜΗΣ: Εντάξει, εντάξει. Αλλά κρίνει ακόμα από την πλευρά των ανθρώπων.
ΑΘΗΝΑ: Τι θα πει αυτό;
ΕΡΜΗΣ: Θα πει ότι βλέπει ακόμα σαν άνθρωπος, τα τελούμενα. Μεγεθύνει κάποια πράγματα και άλλα ούτε μπορεί να τα διακρίνει.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Πάντως έχει γίνει πιο μαλθακός.
ΑΘΗΝΑ: Δηλαδή;
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Ω, παλιά όπου πήγαινε, ακολουθούσαν εκατόμβες νεκρών. Τώρα πια κανέναν δεν σκοτώνει.
ΑΡΗΣ: Ε, καλά. Δεν ήταν και σημαντικοί σκοτωμοί…
ΑΡΤΕΜΗ: Α, όχι δα! Η αλήθεια να λέγεται.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Ήταν αψύς, παλιά. Ο Ερμής μπορεί να μας πει.

Ο Ερμής βγάζει το χρυσό μπλοκάκι του και διαβάζει σχολαστικά.

ΕΡΜΗΣ: Λοιπόν, στατιστικά στοιχεία από τους πρώτους 50 άθλους του, αφότου μπήκε στη υπηρεσία τού Ευρυσθέα. Ανά αποστολή σκότωνε: 192 επειδή τον παρεμπόδιζαν, 77.5 από παρεξήγηση, 36.2 κατά λάθος…
ΑΡΗΣ: Άντρες και γυναίκες;
ΕΡΜΗΣ: Ναι, ναι, τα συνολικά σάς λέω…
ΑΘΗΝΑ: Μα τώρα τι σχέση έχουν όλα αυτά, με αυτά που συζητάμε;
ΕΣΤΙΑ: Α, όπως έλεγα και πριν στον Ερμή, ο γάμος αλλάζει τον άνθρωπο… και τον θεό!
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Πάντως, μεγάλο θράσος έχει πράγματι, να μας μιλάει για την ασέβεια των ανθρώπων με αυτό το ύφος.
ΔΙΑΣ: Είπα: ακόμα δεν ξέρουμε αν πράγματι έχει εκδηλωθεί ασέβεια.
ΗΡΑ: Ναι, Ζήνο μου αλλά έχει δίκιο ο Απόλλωνας. Ο Ηρακλής από τότε που ανάγκασε τον Σκάμανδρο να αποκαλυφτεί, έχει πάρει ψηλά τον ανάπαιστο.
ΔΙΑΣ: Α, για ακούστε εδώ! Ή μας ενδιαφέρουν αυτά που λέει και τού δίνουμε προσοχή ή τον θεωρούμε θρασύ ή ανόητο και δεν τού επιτρέπω να ξαναμιλήσει.

Ο Ερμής βάζει το μπλοκάκι στην τσέπη του.

ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Πάντως δεν είναι δύσκολο να τού πάρεις λόγια.
ΑΘΗΝΑ: Τι εννοείς;
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Εννοώ ότι έτσι όπως υποστηρίζει τους ανθρώπους, διαλέγει να μιλάει με μεγαλόστομα λόγια, νομίζοντας ότι έτσι θα μας συγκινήσει για εκείνους και θα βρέξουμε ελέη. Και στο αναμεταξύ έχει αποκαλύψει τις μισές αμαρτίες τους.
ΑΘΗΝΑ: Ε βέβαια, γιατί έχει την αρετή τής τιμιότητας και όχι τής πονηράδας.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Κάποτε είχες προστατευόμενο τον Οδυσσέα επειδή είχε αυτή την πονηράδα.
ΔΙΑΣ: Αρκετά. Υπάρχει το θέμα τού σεβασμού των ανθρώπων προς εμάς που πρέπει να συζητηθεί.
ΕΡΜΗΣ: (Σιγά και κατευναστικά στην Αθηνά) έλα, μωρέ Αθηνά, αφελής είναι…
ΕΣΤΙΑ: Ω Δία, επίτρεψέ μου να πω ότι γύρω από το τραπέζι των συμποσίων, έχουμε ομόσει ότι θα μιλάμε μόνο για θέματα χαράς που φέρουν ομόνοια και ισχυροποιούν τους δεσμούς.
ΔΙΑΣ: Σωστά, Εστία. Αυτό θα έλεγα τώρα. Ας σταματήσουμε εδώ και συγκαλώ συμβούλιο, το πρωί μετά το πρώτο τέταρτο τής Νέας σελήνης.
ΑΡΗΣ: Ω Δία, εκείνη την ημέρα είναι η κορύφωση των ασκήσεων των Συμμαχικών δυνάμεων.
ΔΙΑΣ: Καλά λοιπόν. Τρεις μέρες μετά το πρώτο τέταρτο τής Νέας σελήνης.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Ω Δία, αρχίζουν οι γιορτές τού Διονύσου τότε και πρέπει εγώ και ένας ακόμα θεός να παρευρισκόμαστε…
ΔΙΑΣ: Πόσες μέρες;
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Δύο τουλάχιστον.
ΔΙΑΣ: Εντάξει. Ας πούμε μία ημέρα πριν τη γέμιση τής Σελήνης.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Ω Δία, τότε θα αρχίσω τις εργασίες για τη θεμελίωση ενός φράγματος στη Μεσοποταμία.
ΔΙΑΣ: Εσύ θα τις αρχίσεις;
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Οι άνθρωποι. Αλλά πρέπει να βρίσκομαι και ‘γω από πάνω για να τους ευλογώ.
ΗΡΑ: Ασ’ τον να πάει, Δία. Είναι σημαντικό να έχουμε επιρροές στη Μεσοποταμία. Και θα μας πει μετά πώς πάνε τα πράγματα εκεί…
ΔΙΑΣ: Αν με ξανακατηγορήσετε ότι κάνω τα συμβούλια μόνος μου…
ΕΡΜΗΣ: (Συμβουλεύεται το μπλοκάκι του) η αλήθεια είναι ότι και στο άδειασμα τής σελήνης υπάρχουν πολλές δουλειές … σ’ αυτή τη σελήνη.
ΑΡΤΕΜΗ: Εγώ πηγαίνω στη χώρα των αμαζόνων εκείνη την εποχή αλλά αν με ειδοποιήσετε έγκαιρα θα έρθω.
ΗΡΑ: Ζήνο μου, τώρα δεν μπορούμε να το συζητήσουμε. Λείπει και ο Ποσειδώνας.
ΔΙΑΣ: Μάλιστα. Ερμή! Αναλαμβάνεις εσύ, τις επόμενες ημέρες να τους βρεις όλους και να ανακαλύψετε μία ημερομηνία που θα μπορούμε να έχουμε ολομέλεια… Πάντως, η Εστία και εγώ είμαστε εδώ συνέχεια.

Ο Ερμής κλείνει αποκαρδιωμένος το μπλοκάκι.
Η Ήβη επιστρέφει. Ο Δίας τής γνέφει να πλησιάσει.

ΔΙΑΣ: Ήβη, λυπάμαι για πριν. Που κρύψαμε τα φαγητά όταν ήρθε ο Ηρακλής.
ΗΡΑ: Ήβη, χρυσή μου, εμείς για να βρισκόμαστε κοντά στους ανθρώπους, μοιραζόμαστε συχνά τις συνήθειές τους… αυτά που τρώνε, αυτά που ντύνονται. Ο Ηρακλής όμως είναι τόσο άμεμπτος και αγνός που δεν θα καταλάβαινε και θα το παρερμήνευε.
ΗΒΗ: Μάλιστα, μητέρα.

Ο Απόλλωνας ξεροβήχει. Βγάζει αμήχανος κάτω από το τραπέζι, ένα πιάτο που είχε κρύψει. Μερικοί θεοί κάνουν το ίδιο. Η Ήβη προχωράει προς το μπροστινό μέρος τής σκηνής.

ΑΡΤΕΜΗ: Τα ξεχάσαμε αυτά.
ΑΡΗΣ: (Τσιμπολογάει) λοιπόν, μπορούμε τώρα να συνεχίσουμε; (Τον αγριοκοιτάνε.) Για να νιώθουμε οικειότητα προς τους ανθρώπους.
ΗΡΑ: (Κτυπάει τα χέρια) εμπρός, να καθαριστεί το τραπέζι. Ήρθε η ώρα για τα φρούτα και τα επιδόρπια.

Έρχονται υπηρέτες που μαζεύουν όλα τα προηγούμενα σερβίτσια, καθαρίζουν όπου χρειάζεται (ο Άρης σηκώνει πρόθυμα τα πόδια για να σκουπίσουν από κάτω) και φέρνουν νέα σερβίτσια και ποτήρια. Η Ήβη επιβλέπει. Μετά σερβίρει νέκταρ. Οι υπηρέτες φέρνουν μεγάλες πιατέλες με εξωτικά φρούτα και ταψιά με γλυκά. Ακούγονται επιφωνήματα θαυμασμού και ικανοποίησης.

ΟΛΟΙ: Α! / Ωωω! / Υπέροχα. / Για δες κάτι ανανάδες!
ΑΡΤΕΜΗ: Εγώ θέλω φραγκοστάφυλο γλυκό.
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Τις γλυκοπατάτες με αμυγδαλόψιχα να δοκιμάσετε!
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Είναι συνταγή τής Ήρας.
ΕΡΜΗΣ: Μπράβο, Ήρα.
ΕΣΤΙΑ: Φέρτε και από εδώ τους χουρμάδες.
ΑΘΗΝΑ: Εξαιρετική η ιδέα για εκείνο το – πώς το είπατε; - θερμοκήπιο παντός καιρού!
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: (Σεμνά) ε!
ΗΡΑ: Μπράβο στη Δήμητρα και στον Ήφαιστο!
ΔΗΜΗΤΡΑ: Ω, ελάτε τώρα! Ο Ήφαιστος το μαστόρεψε όλο.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Α, αφού εσύ μού έλεγες τι χρειαζόταν. Ήταν και το ευλογημένο χώμα που έβαλες…
ΔΙΑΣ: Έχουμε εδώ ένα σπουδαίο παράδειγμα διαδραστικότητας μεταξύ θεών.
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: (Χαχανίζει) θαύματα κάνουμε!
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Βέβαια είναι πολύ νόστιμα, αλλά δεν νομίζετε πως οι ντομάτες είναι λίγο – πώς να το πω; - νερουλές;
ΑΡΤΕΜΗ: Και τα άλλα λαχανικά…
ΔΗΜΗΤΡΑ: Ναι, και ‘μεις προσέξαμε ότι κρατάνε κάπως παραπάνω υγρασία. Είναι ένα από τα φαινόμενα τού θερμοκηπίου.
ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Θα το ξεπεράσουμε όμως γρήγορα.
ΕΡΜΗΣ: (Στην Αθηνά κρυφογελώντας) εννοεί ότι θα το συνηθίσουμε γρήγορα.
ΔΙΑΣ: Στην ευδαιμονία τού Ηφαίστου και τής Δήμητρας!
ΟΛΟΙ: Στο μεγαλείο τους. / Στην ευδαιμονία.
ΕΡΜΗΣ: (Στην Αθηνά) δε λέω, καλά βγήκαν τα φρούτα. Αλλά μπορούσαμε να τα εισάγουμε κάθε εποχή από διαφορετική χώρα.
ΑΘΗΝΑ: (Σαρδόνια) χα, χα! Έχασες την προμήθειά σου, Ερμή;
ΕΣΤΙΑ: Μπορώ να έχω μία μπανάνα, παρακαλώ;
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Πω, πω, τι απαλό που είναι το καταΐφι!
ΑΡΗΣ: Μήπως έχει ρόδι;

Όλοι σταματάνε να τρώνε. Η Δήμητρα βγάζει ένα λυγμό και μετά αρχίζει να σιγοκλαίει. Ο Άρης δεν συνειδητοποιεί τι είπε. Βηξίματα και αμηχανία από τους άλλους. Η Ήρα απλώνει το χέρι και δίνει μία καρπαζιά στον Άρη. Η Αφροδίτη τον σκουντάει.

ΗΡΑ: Ω, έλα καλή μου Δήμητρα, ο Άρης δεν ήθελε να σε πληγώσει.

Ο Δίας αγριοκοιτάζει τον Άρη.

ΗΦΑΙΣΤΟΣ: (Μουρμουρίζει) τι χοντρόθεος. (Προσπαθεί να παρηγορήσει τη Δήμητρα.)
ΑΡΗΣ: (Μουρμουρίζει και γκρινιάζει) αμάν πια, ότι κι αν πούμε θα πληγώσουμε τη Δήμητρα και θα πληγώσουμε τον έναν και τον άλλο…
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Ουφ!

Η Αθηνά την κοιτάει ειρωνικά.



6 σχόλια:

drakator είπε...

Μα τι μας λέτε κύριε Idom;

Idom είπε...

Καλώς τον Δρακατώρ!
Κόντευα να ξεχάσω πώς είναι η υπογραφή σου!
Τι θα γίνει με το blog σου; Θα δούμε νέα ανάρτηση;

Idom

drakator είπε...

Είναι μεταφυσικό το ερώτημά σας αγαπητέ μου idom, ...μόνο τέτοια μπορώ να απαντήσω, αλλά για το συγκεκριμένο δυσκολεύομαι από το γεγονός ότι δε ξέρω τη σωστή απάντηση. (ούτε καν το "δε ξέρω" δε ξέρω αν είναι σωστό και ούτε και αυτό που λέω το ξέρω στα σίγουρα)... καταλαβαίνετε...

Αόρατη Μελάνη είπε...

γέμιση έχουν τα κολοκυθάκια βρε, όχι η Σελήνη!

Idom είπε...

@ Αόρατη Μαλάνη

Εσύ δεν μπορείς να ξεχωρίσεις την Xena από την Enforcer και ζητάς από μένα να ξέρω τι γέμιση έχει το φεγγάρι;;;

Idom

Ανώνυμος είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.